ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

«Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία εἶναι ζωή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ», Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Σκέφτηκα μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά ποῦμε σήμερα μερικά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς μας μέσα στήν Ἐκκλησία. Γιά νά ἐντοπίσουμε αὐτά τά χαρακτηριστικά, θά ἐξετάσουμε τήν ζωή τῶν ἁγίων μας γιατί εἴπαμε οἱ Ἅγιοι εἶναι ἡ παρουσία τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας καί οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ ἀληθινοί ἄνθρωποι, οἱ φυσιολογικοί ἄνθρωποι. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι πραγματοποίησαν – πραγμάτωσαν τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουν. Ὁ σκοπός γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουμε ἔχει τεθεῖ ἀπό τόν Θεό. Εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν», νά ὁμοιάσουμε στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα» καί «καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Τό «κατ’ εἰκόνα» εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού ἔχουμε πάρει. Τό «καθ’ ὁμοίωσιν» εἶναι αὐτό πού πρέπει νά γίνουμε, νά ὁμοιάσουμε στόν Θεό σέ ὅσο γίνεται τελειότερο βαθμό, πού σημαίνει νά ἔχουμε μία κοινωνία καί μία ἕνωση μέ τόν Θεό. Ὁπότε ἕνα βασικό χαρακτηριστικό τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ, πού πραγματώνει τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχει, τό «καθ’ ὁμοίωσιν», εἶναι νά ἔχει αὐτή τήν συνεχή κοινωνία μέ τόν Θεό.
– Πῶς γίνεται ἡ συνεχής κοινωνία μέ τόν Θεό;
Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Καί ὄχι μόνο, μέ τό νά εἶναι ὁ νοῦς συνεχῶς στόν Θεό, μέ τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἁγίων Πατέρων καί γενικά ὅλη μας ἡ ὕπαρξη: ὁ νοῦς, ἡ σκέψη, ἡ καρδιά, τά συναισθήματα, οἱ ἐπιθυμίες, ἀκόμα καί οἱ σωματικές μας δυνάμεις, τά πάντα νά δίνονται στήν προσπάθεια νά ἑνωθεῖ καί νά κοινωνήσει ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Νά τά προσφέρουμε δηλαδή ὅλα στόν Θεό. Εἶναι οὐσιαστικά ἡ πρώτη ἐντολή. Ρώτησαν τόν Χριστό μας: «Ποία εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἐντολή μέσα στόν νόμον; Καί ὁ Χριστός ἀπάντησε: νά ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μαρκ. 12,28-30). Ὅλη ἡ προσπάθεια αὐτή φανερώνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος θέλει νά μοιάσει στόν Θεό. Τότε πραγματώνει τόν σκοπό του, ὅταν προσπαθεῖ συνεχῶς νά κατευθύνει ὅλη του τήν ὕπαρξη στόν Θεό.

Θά δοῦμε μέσα ἀπό τήν ζωή τοῦ σύγχρονου Ἁγίου Πορφυρίου κάποια στοιχεῖα πού φανερώνουν ἀκριβῶς ὅτι ἡ ζωή μας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι μιά ζωή μέ ἀδιάλειπτη κοινωνία μέ τόν Θεό διαμέσου τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, τῆς πνευματικῆς μελέτης καί προπάντων βεβαίως μέ τήν μετοχή μας στή Θεία Κοινωνία καί στήν ἱερά Ἐξομολόγηση, στά μυστήρια δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ἀρκετό νά κάνουμε νοερά προσευχή, ἄν δέν πηγαίνουμε στήν Θεία Λειτουργία καί δέν κοινωνοῦμε – μέ τήν εὐλογία φυσικά τοῦ Πνευματικοῦ. Ὑπάρχει καί μία πολύ μοντέρνα διδασκαλία, ἰδιαίτερα διαδεδομένη στήν Ἀμερική, ὅτι ὅλοι πρέπει νά κοινωνοῦν ἀνεξάρτητα ἄν νηστεύουν, ἄν ἐγκρατεύονται, ἄν ἐξομολογοῦνται κ.λ.π. Αὐτό βεβαίως δέν εἶναι Πατερική διδασκαλία, εἶναι ‘Μεταπατερική’ καί θά ἔλεγα καλύτερα ἀντί-Πατερική, γιατί ὁ Χριστός μας μᾶς εἶπε: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε». Δηλαδή πρέπει νά συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει μέσα τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τήν ἀκολούθηση τῶν Ἁγίων Πατέρων, τήν νηστεία, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἔστω τήν προσπάθεια γιά τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν μετάνοια. Δέν μπορεῖ κανείς νά κοινωνάει ἀπροϋπόθετα καί νά ὠφελεῖται. Σ’ ἕνα πνευματικό μου παιδί, πρίν ἐξομολογηθεῖ σέ μένα -ὄχι ὅτι ἐγώ εἶμαι καλός- ὁ ἄλλος Πνευματικός, ἐπειδή τήν ἄφηνε νά κοινωνάει χωρίς τήν ἀπαραίτητη προετοιμασία, μοῦ εἶπε ὅτι εἶχε αἰσθανθεῖ νά καίγεται ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Ἡ Θεία Κοινωνία δέν καίει! Ὁ Χριστός δέν καίει! Ἀλλά, ὅταν κανείς δέν πάει μέ τήν δέουσα καί προσήκουσα προετοιμασία, δέν εἶναι πρός ὠφέλεια. Αὐτό λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορίνθιους, ὅτι «πολλοί ἀπό σᾶς ἀρρωσταίνετε καί μερικοί πεθαίνετε, γιατί κοινωνᾶτε ἀνάξια» (Α΄Κορ. 11,29-30).
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος χρησιμοποιοῦσε μία ἔκφραση: «τό Πανεπιστήμιο τῆς Ἐκκλησίας» καί ἔλεγε ὅτι πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό Πανεπιστήμιο, τό ὁποῖο δέν χρειάζεται ἰδιαίτερες γνώσεις. Τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι πολύ ἁπλά κι ὅμως εἶναι ἕνα Πανεπιστήμιο! Εἶναι ὕψιστη γνώση. Εἶναι ἡ ὕψιστη καί ταυτόχρονα ἁπλή σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία γιά τούς ἀνθρώπους τούς φιλοσόφους, τούς κοσμικά μορφωμένους εἶναι μωρία, εἶναι ἀνοησία. Γιά ἐκείνους, ὅμως, πού ἔχουν πραγματική ἐπιθυμία νά πλησιάσουν τόν Θεό, εἶναι ἀληθινή σοφία καί πηγή δυνάμεως, γιατί ἐφαρμόζοντας τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ μας, γινόμαστε παντοδύναμοι. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. 4,13).
Μέσα λοιπόν σ’ αὐτό τό Πανεπιστήμιο τῆς Ἐκκλησίας σπουδάζουμε, γινόμαστε μαθητές. Καί ὁ Κύριος εἶχε κάνει λόγο γιά μαθητεία: «ὅστις θέλει νά γίνει μαθητής μου…» καί εἶπε τί χρειάζεται: «νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, νά σηκώσει τόν σταυρό του καί νά μέ ἀκολουθήσει» (πρβλ. Μαρκ. 8,34). Ἑπομένως καλούμαστε νά μποῦμε σ’ αὐτή τήν μαθητεία. Καί τί σημαίνει μαθητεία; Ἀκούω τόν διδάσκαλο. Καί ὄχι μόνο ἀκούω, ἀλλά προσπαθῶ νά ἐφαρμόσω αὐτά πού ἀκούω. Ἄρα, ἕνα βασικό χαρακτηριστικό εἶναι ἡ προσπάθεια νά γνωρίσουμε τόν Θεό μέ τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἀκόμα καλύτερα νά ἔχουμε μία ζωντανή κοινωνία μέ τόν Θεό, μέ τήν προσευχή, ἡ ὁποία πρέπει νά εἶναι συνεχής. Ὁ Χριστός μας εἶπε ὅτι σέ ὅλη μας τήν ζωή θά εἴμαστε μαθητές, λέει: «μή κληθῆτε καθηγηταί· ἕνας εἶναι ὁ καθηγητής» (Ματθ. 23,10), ὁ Χριστός, ὁ Θεός. Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε μαθητές. Κάποιοι λέγονται καθηγητές ἤ καί Πατέρες «Πάτερ τάδε, Παναγιώτατε…», ἀλλά ἕνας εἶναι ὁ Καθηγητής καί ἕνας εἶναι ὁ Πατέρας καί ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινά Ἅγιος, ὁ Θεός. Δέν πρέπει νά τό ξεχνᾶμε αὐτό.
Ὁπότε, ἀρχικά πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό Πανεπιστήμιο, γιά νά μάθουμε νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό, νά ἔχουμε, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, ἐγρήγορση καί νά ἀποκτήσουμε «τήν εὐλυγισία τοῦ νοῦ». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται ἀδιάλειπτα, προσπαθεῖ νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό, νά γνωρίσει τόν Θεό – μέσα ἀπό τήν προσευχή οὐσιαστικά ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός καί δέν ἀνακαλύπτεται – τότε ὁ νοῦς του γίνεται εὐλύγιστος, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Ἡ εὐλυγισία τοῦ νοῦ ἔρχεται ἀπ’ τήν ἐγρήγορση». Δέν μπορεῖς νά κάνεις ἀδιάλειπτη προσευχή, σωστή προσευχή ἄν δέν ἔχεις ἐγρήγορση, νήψη. Αὐτά εἶναι συνδεδεμένα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό, τόσο εἶναι καί σέ πνευματική ἐγρήγορση, δέν τόν πιάνει ὁ διάβολος στόν ὕπνο… Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας στούς Ἀποστόλους εἶχε πεῖ: «γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. 26,41). Καί σέ ἄλλη περίπτωση λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τινα καταπίῃ» (Α΄Πετρ. 5,8). Χρειάζεται λοιπόν αὐτή ἡ ἐγρήγορση, ἡ ὁποία εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει αὐτά τά δύο, τότε ἔχει καί ἀγάπη στόν Θεό. Προχωράει στήν ἀγάπη. Γι’ αὐτό ἔλεγε πάλι ὁ Γέροντας: «Ἐγρήγορση εἶναι ὁ ἔρως γιά τόν Θεό». Βλέπετε πῶς τά ταυτίζει; Ἔτσι εἶναι πράγματι. Ὅσο κανείς προσπαθεῖ νά προσεύχεται καί ἑπομένως νά ἔχει ἐγρήγορση καί εὐλυγισία στόν νοῦ του, τόσο προχωράει καί στήν ἀγάπη στόν Θεό, δηλαδή στήν τήρηση τῆς πρώτης ἐντολῆς.
Ἕνα μέρος τῆς πρώτης ἐντολῆς λέει «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου» (Μαρκ. 12,30), τό ὁποῖο σημαίνει ὅλη σου ἡ σκέψη, ὅλη σου ἡ διάνοια νά εἶναι στόν Θεό, δηλαδή νά προσεύχεσαι συνεχῶς. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἐπιμένει στήν εὐχή, δέν σκορπίζεται ὁ νοῦς του στίς μέριμνες ἐδῶ κι ἐκεῖ καί δέν σπαταλάει τόν χρόνο του σέ ἀργολογία καί μάταια πράγματα. Εἶναι στόν δρόμο γιά νά ἀγαπήσει τόν Θεό, νά ἐκπληρώσει τήν πρώτη ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό. Ἐχθροί σ’ αὐτή τή διαδικασία εἶναι ἡ κατάκριση, ἡ πολυλογία καί ἡ πολυφαγία. Δηλαδή, ἡ ἔλλειψη ἐγκράτειας στό στόμα καί στό φαγητό ἐμποδίζουν τήν προσευχή, γιατί βέβαια εἶναι ἀντίθετα στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ὅταν, γιά παράδειγμα, κατακρίνει κανείς σημαίνει πώς δέν ἀγαπάει τόν πλησίον του κι ἅμα δέν ἀγαπᾶς τόν πλησίον, δέν ἀγαπᾶς οὔτε τόν Θεό. Ἔστω καί μέ ἕναν ἄνθρωπο νά εἶσαι χωρισμένος καί νά μήν θέλεις νά τόν δεῖς καί νά τοῦ μιλήσεις, ἔχεις δηλαδή μῖσος, εἶσαι χωρισμένος καί ἀπό τόν Θεό. Εἶναι φοβερή κατάσταση αὐτή κι ὅμως παρατηρεῖται καί σέ ἀνθρώπους ὑποτίθεται τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ καί νά μήν μιλιοῦνται μεταξύ τους. Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶπε ξεκάθαρα ὅτι πρέπει νά συγχωροῦμε τά παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν μας καί ὅσους μᾶς ἀδίκησαν, ἄν θέλουμε νά πάρουμε ἄφεση καί γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες, πού εἶναι πολύ περισσότερες.
Αὐτά εἶναι πολύ βασικά πράγματα, τά ὁποῖα δέν θά ἔπρεπε νά τά λέμε, γιατί εἶναι αὐτονόητα. Κι ὅμως γιά πολλούς χριστιανούς δέν εἶναι αὐτονόητα. Ἐπίσης, πόσο ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἐλπίζουμε στόν Θεό; Ἤ πόσο ἐλπίζουμε στούς ἀνθρώπους καί ἔχουμε κάνει θεό τήν οἰκονομία; Ἡ ἀγάπη μας δέν εἶναι στόν Θεό. Ἡ ἀγάπη μας εἶναι στόν ἑαυτό μας καί ἡ ἐλπίδα μας εἶναι νά βροῦμε στηρίγματα γιά τόν ἑαυτό μας. Ὄχι πῶς θά εὐαρεστήσουμε καί πῶς θά μοιάσουμε στόν Θεό, ἀλλά πῶς θά φτιάξουμε τήν ζωή μας ὅπως νομίζουμε μέ τά ὑποστηρίγματα πού θέλουμε. Στίς μέρες μας βλέπετε ἔχουν τρελαθεῖ οἱ ἄνθρωποι, γιατί δέν πάει καλά ἡ οἰκονομία ἡ ἐθνική καί ἡ παγκόσμια ἤ γιατί δέν ἔχουμε σωστούς πολιτικούς ἡγέτες. Ἐπειδή λοιπόν στηρίξαμε σ’ αὐτά τήν ἐλπίδα μας, τά «ἀγαπήσαμε», γιατί κακῶς ἀγαπήσαμε τόν ἑαυτό μας, τώρα φτάσαμε σέ ἀδιέξοδο. Διότι ἡ ἁμαρτία ἔχει κόστος. Ἡ ἁμαρτία ἔχει ἕνα παιδί. Τό παιδί τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ θάνατος, ἡ ταλαιπωρία. «Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6,23). Ὅταν λοιπόν δέν τηροῦμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατί δέν τόν γνωρίζουμε ἤ δέν θέλουμε νά τόν γνωρίσουμε, δέν ἐνδιαφερόμαστε, μετά βέβαια ἔρχεται τό τίμημα, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἀπό τήν ἴδια τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο στόν ὁποῖον ὑποταχθήκαμε. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα εἶναι γραμμένο ὅτι εἶναι: «καταραμένος ὅποιος ἐλπίζει σέ ἄνθρωπο ἤ στόν ἑαυτό του» (Ἱερ. 17,5).
– Πόσοι σήμερα νεοέλληνες δέν πίστεψαν στούς πολιτικούς;
Διαγράφουμε τήν πίστη, διαγράφουμε καί τήν πατρίδα καί λέμε ἀφοῦ θά μᾶς διορίσει τό παιδί, ὅ,τι καί νά κάνει θά τόν ψηφίσουμε… καί μετά αὐτοί προωθοῦν τούς νόμους γιά τίς ἐκτρώσεις, μέ τούς ὁμοφυλόφιλους κ.λ.π. ἀλλά δέν μᾶς ἐνδιαφέρει αὐτό, ἀρκεῖ νά πέσει ὁ μισθός καί ἡ σύνταξη. Τώρα ὅμως πού κινδυνεύουν οἱ συντάξεις… ἀνησυχήσαμε! Τόσα χρόνια πού χτυποῦν τόν Χριστό καί τήν πίστη μας δέν ἀνησυχοῦμε, δέν μιλάει κανένας. Βέβαια κι αὐτό εἶναι ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού δέν μᾶς ἐγκαταλείπει καί μέσα ἀπό αὐτή τήν στέρηση προσπαθεῖ νά μᾶς δείξει τό λάθος μας καί πῶς θά τό ἀποφύγουμε. Ἑπομένως, πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό Πανεπιστήμιο μέ τήν συνεχή προσπάθεια, γιά νά μάθουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Ἄς ποῦμε κάτι ἀκόμα ἐπίκαιρο. Πόσοι δέν δανειστήκαμε ὅλα αὐτά τά χρόνια τῆς πλαστῆς εὐμάρειας; Ἐνῶ λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Εἶσαι πλούσιος; Μήν δανείζεσαι. Εἶσαι φτωχός; Μήν δανείζεσαι». Ἄρα, κανένας νά μήν δανείζεται! Νά ἀρκούμαστε σ’ αὐτά πού ἔχουμε. Ἐμεῖς συχεχῶς καί ὡς πρόσωπα καί ὡς ἔθνος βάζουμε χρέη. Μετά φυσικά θά ἔρθουν οἱ συνέπειες.
Ὅταν λοιπόν ὁ νοῦς γρηγορεῖ, νήφει, προσεύχεται, τότε ἀγαπάει τόν Θεό. Ἕνας σύγχρονος Ρῶσος στάρετς ἔλεγε: ἡ ἀγάπη στόν Θεό ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Γιατί εἶναι βεβαιωμένο: ὅ,τι ὁ νοῦς μας σκέφτεται, μέ ὅ,τι ἀσχολεῖται, αὐτό καί ἀγαπάει τελικά. Ἄν ὁ νοῦς μας εἶναι συνέχεια στόν καλλωπισμό, πῶς θά εἴμαστε ὄμορφοι, φυσικά θά κάνουμε εἴδωλο τόν ἑαυτό μας. Ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης: «Αὐτείδωλον ἐγενόμην».
Ἔχει ἕνα ὡραῖο περιστατικό στόν βίο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού εἶχε πάει σέ ἕνα χωριό γιά νά μιλήσει καί μέ τό διορατικό του ὄμμα εἶδε τρεῖς κοπέλες πού ἦταν ἕτοιμες νά πᾶνε νά τόν ἀκούσουν, ἀφοῦ εἶχαν ὅμως περάσει καί μιά-δυό ὧρες μπροστά στόν καθρέφτη, γιατί θά τίς ἔβλεπε καί ὁ κόσμος στήν πλατεία! Ἔδωσε ἐντολή τότε ὁ Ἅγιος καί λέει: νά πεῖτε σ’ αὐτά τά ‘εἴδωλα’ νά μήν ἔρθουν». Δέν τίς ὀνόμασε γυναῖκες, ἀλλά εἴδωλα. Εἶχαν κάνει τούς ἑαυτούς τους εἴδωλα καί στολιζόντουσαν γιά νά πᾶνε νά τίς δοῦν καί ὄχι γιά νά ἀκούσουν τόν Ἅγιο. Αὐτή ἡ ἐπιτίμηση τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἀπό ἀγάπη εἶναι, γιατί, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μετανοήσει, τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι ἡ ταλαιπωρία καί ὁ θάνατος ὁ πνευματικός. Αὐτός εἶναι ὁ βασικός θάνατος, τό νά χωριστεῖ δηλαδή κανείς ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἐφόσον λοιπόν ὅ,τι σκεφτόμαστε, αὐτό καί ἀγαπᾶμε, ἄν σκεφτόμαστε τόν Χριστό, σιγά-σιγά θά Τόν ἀγαπήσουμε.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος: «Μνήμη Θεοῦ θ’ ἀποκτήσετε μέ τήν εὐχή Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» πού εἶναι εὔκολη προσευχή καί δέν φεύγει ὁ νοῦς, ἐνῶ ἄν κάνεις μακρές προσευχές φεύγει περισσότερο ὁ νοῦς, διασπᾶται. Ἐπίσης θά ἀποκτήσετε μνήμη Θεοῦ «μέ τίς προσευχές τῆς Ἐκκλησίας». Κυκλοφοροῦν διάφορα φυλλάδια μέ τά ὁποῖα δέν χρειάζεται νά ἀσχολούμαστε. Ἔχουμε πολλές ὡραῖες προσευχές στήν Ἐκκλησία μας πού μποροῦμε νά χρησιμοποιοῦμε. «Μέ τούς ὕμνους, μέ τό νά φέρνετε στόν νοῦ σας τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ» πού εἶναι ὄντως θαυμαστές. Ἡ φύση καί ὅσα βλέπουμε γύρω μας εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι τυχαῖα, οὔτε ὑπόκεινται σέ νόμους φυσικούς. Δέν ὑπάρχουν φυσικοί νόμοι κι ἄς λέει ἡ φυσική ἐπιστήμη. Ὑπάρχουν οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ πού φροντίζουν τά πάντα. Τόσα χρόνια τώρα λένε οἱ οἰκολόγοι καί οἱ ἐπιστήμονες ὅτι θά καταστραφοῦμε μέ τήν μόλυνση πού ἔχουμε κάνει, τά πυρηνικά ἀπόβλητα καί χίλια δυό ἄλλα… Θά ἔπρεπε νά ἔχουμε καταστραφεῖ πρό πολλοῦ στή γῆ. Κι ὅμως δέν ἔχουμε καταστραφεῖ! Ξέρετε γιατί; Γιατί παρεμβαίνει ἡ πρόνοια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἐμποδίζει τό κακό καί τοῦ βάζει ὅρια. Θά ὑπάρχουμε ὅσο θέλει ὁ Θεός. Αὐτό βέβαια δέν μᾶς δικαιώνει νά μπαίνουμε στήν φύση ὡς ληστές καί νά τήν καταστρέφουμε.
Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος παρατηρεῖ ὅλα αὐτά μέ τό μάτι τῆς πίστεως, ἔχει, λένε οἱ Πατέρες, τήν φυσική θεωρία. Δηλαδή βλέποντας τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ μέσα στήν κτίση, μπορεῖ μέσα ἀπ’ αὐτό νά ἀγαπήσει τόν Θεό. Γιατί, τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο. Γιά σκεφτεῖτε π.χ. νά εἴχαμε συνεχῶς καλοκαίρι. Ἐδῶ μέ λίγη παραπάνω ζέστη καί ἀρχίζουν ὅλοι νά γκρινιάζουν «σκάσαμε, τί καιρός εἶναι αὐτός…», τό χειμώνα «κρύο, ξεπαγιάσαμε..». Δέν εἴμαστε ποτέ εὐχαριστημένοι. Ἐνῶ, ὅλη αὐτή ἡ ἐναλλαγή ἕναν πιστό ἄνθρωπο τόν κάνει νά δοξάζει τόν Θεό καί νά θαυμάζει τήν σοφία Του. Ἐπίσης, ὅλη αὐτή ἡ ποικιλία μέσα στόν χρόνο εἶναι θαυμαστή, καμιά μέρα δέν εἶναι ἴδια μέ ἄλλη! Ὁ οὐρανός φαίνεται νά μήν ἀλλάζει κι ὅμως, ἄν τόν παρατηρήσετε, συνέχεια ἀλλάζει. Καί ὄχι μόνο στήν φύση καί στόν ἑαυτό μας πόσα θαυμαστά συμβαίνουν! Ὁ καθένας, ἄν θυμηθεῖ λίγο τήν ζωή του, θά ἔχει καί ἀπό ἕνα θαῦμα. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά τά θυμόμαστε γιατί ἔτσι ὁδηγούμαστε στό νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Καθώς ἐπίσης, ἔλεγε, ὅταν φέρνουμε στόν νοῦ μας «χωρία ἀπ’ τήν Ἁγία Γραφή κι ἀπό ἄλλα πνευματικά βιβλία». Ὅλοι αὐτοί οἰ τρόποι μᾶς βοηθοῦν νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό ἔτσι, ὥστε νά τηρήσουμε τήν πρώτη ἐντολή, πού εἶναι ἡ βασικότερη ἀπ’ ὅλες καί νά φθάσουμε στό καθ’ ὁμοίωσιν. Γιατί ἄν δέν ἀγαπήσουμε τόν Θεό, δέν μποροῦμε νά μοιάσουμε στόν Θεό.
Ἑπομένως, ἕνα πρῶτο χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς μας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσπάθεια γιά κοινωνία μέ τόν Θεό. Μέσα ἀπό τήν προσευχή, ξαναλέω, μέσα ἀπό τήν μελέτη τῆς Γραφῆς καί τῶν Πατέρων, μέσα ἀπό τίς προσευχές τίς Λειτουργικές, τόν Ἑσπερινό, τόν Ὄρθρο, τήν Θεία Λειτουργία, μέσα ἀπό τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ πού φανερώνονται στή ζωή μας προσωπικά ἀλλά καί καθολικά ὡς παγκόσμια, θά λέγαμε, κοινότητα.
Ἕνα ἀκόμα χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία εἶναι ζωή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μερικοί χριστιανοί νομίζουν ὅτι ἠ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μετά θάνατον καί θά ἔρθει… Ὄχι, ὁ Χριστός μας εἶπε: «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν» (Λουκ. 17,21), εἶναι μέσα σας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁπότε, ὅταν ζοῦμε στήν Ἐκκλησία σωστά καί ὄχι τυπικά καί ἐξωτερικά, ζοῦμε ἀπό τώρα τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν Παράδεισο. Ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης, ἕνας σύγχρονος θεολόγος, φωτισμένος ἄνθρωπος καί ἀσκητής μέ μητέρα ἁγία ἀπό τήν Καππαδοκία, ἔλεγε ὅτι: ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά νά μᾶς δώσει μιά καλή ζωή μετά θάνατον μόνο, ἀλλά γιά νά μᾶς δώσει ἐδῶ καί τώρα τήν ἀληθινά καλή ζωή, τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ἦρθε νά μᾶς δώσει ἁπλῶς ἕνα βόλεμα, ὅπως θέλουν κάποιοι καί ὅπως λειτουργοῦν στίς ἄλλες θρησκεῖες. Πηγαίνουν λ.χ. στόν μάγο, τόν πληρώνουν καί κάνουν μιά προσφορά γιά νά ἐξευμενίσει τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν θέλει ἀπό μᾶς ἐξευμενισμό, δέν εἶναι ὀργισμένος. Δέν ὀργίζεται ὁ Θεός. Ὁ Θεός θέλει ἀπό μᾶς τήν καρδιά μας καί τήν θέλει καθαρή. Θέλει νά Τόν ἀγαπήσουμε -πάλι ὅμως γιά μᾶς- καί νά ζήσουμε ἀπό τώρα σέ κοινωνία ἑνωμένοι μαζί Του, ὁπότε ζοῦμε ἀπό τώρα τήν Βασιλεία Του.
Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ὁ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22-23). Ὅλα αὐτά τά ὡραῖα δέν εἶναι ὁ Παράδεισος; Καί ὅλα αὐτά τά ὡραῖα, λέει, εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι αὐτός ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος πότε δίνεται στόν ἄνθρωπο μετά θάνατον ἤ τώρα; Φυσικά τώρα! Τώρα δίνεται μία προκαταβολή καί μετά θάνατον, μετά τήν Δευτέρα Παρουσία, θά δοθεῖ, θά λέγαμε, ὅλο τό ποσό, ὅλη ἡ δωρεά. Ἀπό τώρα, ὅμως, πρέπει νά ἔχουμε τήν προκαταβολή. Ἄν δέν ἔχεις τήν προκαταβολή καί ἀντί νά ἔχεις ἀγάπη, εἰρήνη… ἔχεις μῖσος, ἄγχος, ταραχή… πρέπει νά ψαχτεῖς.. Μήπως κάτι δέν πάει καλά. Μήπως δέν ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου καί γι’ αὐτό ἔχεις θλίψη καί κατάθλιψη καί ἀκαταστασία, ἔχεις ἀντιπάθειες, ὀργή καί μνησικακία. Αὐτά δέν εἶναι καλά σημάδια. Σημαίνει ὅτι δέν μπῆκες ἀκόμα στήν Βασιλεία. Δέν ζεῖς τήν Βασιλεία, δέν προγεύεσαι τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κάτι δέν κάνεις καλά…. κάπου ἔχεις μπλοκάρει. Θά πρέπει νά πᾶς σέ Πνευματικό φωτισμένο νά σέ ξεμπλοκάρει, νά σοῦ ὑποδείξει τό λάθος, νά τοῦ κάνεις ὑπακοή, ὥστε νά φανερωθεῖ τό ἐν ἡμῖν Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὅλοι οἱ βαφτισμένοι ἔχουμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά δυστυχῶς οἱ πιό πολλοί τό ἔχουμε ἀπενεργοποιημένο. Ὅπως τώρα μέ τά ἠλεκτρονικά μέσα καί τά κινητά, παίρνεις τήν σύνδεση, ἀλλά πρέπει νά κάνεις καί τήν ἐνεργοποίηση. Μπορεῖ νά ἀγόρασες τό τελευταῖο μοντέλο πού κυκλοφορεῖ, νά πῆρες καί τήν κάρτα, ἀλλά ἄν δέν κάνεις τήν ἐνεργοποίηση δέν λειτουργεῖ, εἶναι σάν νά μήν ἔχεις καθόλου κινητό. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί στά πνευματικά μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τήν ἔχουμε. Μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός τήν δυνατότητα, τήν ὀντολογική δυνατότητα, τήν πραγματική δηλαδή, νά γίνουμε υἱοί τοῦ Θεοῦ, τέκνα φωτόμορφα τῆς Βασιλείας. Ἀλλά εἶναι δυνατότητα, θά πρέπει ὁ καθένας προσωπικά νά τήν ἐνεργοποιήσει. Μήν ἀκοῦτε αὐτούς πού λένε: «ἀφοῦ εἶστε βαφτισμένοι, κοινωνᾶτε ὅλοι». Ὄχι! Θά πρέπει νά ἔχεις ἐνεργό τό Βάπτισμα μέσα σου καί τήν Χάρη ἐσύ προσωπικά μέ τήν σωστή ζωή, μέ τήν ἀληθινή μετάνοια καί τότε βεβαίως ἔχεις φανερό καί τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἴπαμε ὅτι συνίσταται στήν ἀγάπη, στήν χαρά, στήν εἰρήνη, σ’ ὅλα αὐτά πού ἀναζητᾶμε καί ὄντως εἶναι ὁ Παράδεισος. Δέν εἶναι Παράδεισος οἱ σαρκικές ἡδονές καί νά τρῶμε πιλάφια, ὅπως λένε οἱ Μουσουλμάνοι. Ὁ Παράδεισος εἶναι ἡ εἰρήνη καί ἡ γαλήνη πού ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπιδιώκουν. Γι’ αὐτό λένε: «θέλω νά πάω κάπου νά ἡσυχάσω καί νά ἠρεμήσει τό μυαλό μου». Αὐτό δέν πρόκειται νά γίνει μέ τόν νά πάει κανείς σέ ἕνα ἐξωτικό νησί, ἀλλά μέ τό νά βρεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί νά ἐνεργοποιήσει τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό, τό ὁποῖο γίνεται μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία. Δέν μποροῦμε νά τό κάνουμε μόνοι μας, μόνο διά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ζωῆς ἐπιτυγχάνεται.
Στήν Ἐκκλησία λοιπόν καί μάλιστα στήν Θεία Λειτουργία ἀπό τώρα ζοῦμε τό μυστήριο τοῦ ὀγδόου αἰῶνα, δηλαδή τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ὅταν ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία λέμε: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀμέσως δηλαδή γίνεται λόγος γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί τί θά πεῖ ‘εὐλογημένη’; Δοξασμένη. Δοξάζουμε δηλαδή τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
– Ποιά εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
Εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἡ μετοχή διά τῆς Θείας Κοινωνίας στόν Χριστό. Μπαίνουμε στήν Θεία Λειτουργία, μπαίνουμε στήν Βασιλεία, μπαίνουμε στόν τρόπο νά ζοῦμε τόν Παράδεισο. Πόσοι, ὅμως, ζοῦνε τόν Παράδεισο μέσα στήν Θεία Λειτουργία; Ὁ καθένας τό ξέρει… Ἀνάλογα μέ τίς προϋποθέσεις πού ἔχει, μέ τήν ἀσκητική καί τήν μυστηριακή δηλαδή ζωή πού κάνει. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, δέν εἶναι κάτι μαγικό. Μερικοί νομίζουν ὅτι ἔτσι μαγικά ἤ τυχαῖα θά σωθοῦμε, θά κάνουμε ἕνα ‘κλίκ’ καί θά πᾶμε στόν Παράδεισο. Ὄχι, χρειάζεται ἐργασία. Ὅπως ὅταν θέλεις νά χτίσεις ἕνα σπίτι, θά κουραστεῖς, θά ἱδρώσεις, θά κοπιάσεις, θά τρέξεις… Τό ἴδιο πρέπει νά κάνεις, γιά νά χτίσεις καί τό σπίτι σου στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θέλει κόπο. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι ἔκαναν τόσους κόπους. Δέν ἦταν σαδιστές καί βασάνιζαν τό σῶμα τους, ἀλλά γιά νά χαλιναγωγήσουν τά πάθη τους καί τόν ἑαυτό τους. Εἶναι ἀναγκαῖος ὁ σωματικός κόπος, γιατί ἔτσι ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος. Χρειάζεται ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, οἱ μετάνοιες, οἱ γονυκλισίες. Ὅλα αὐτά εἶναι τά μέσα. Δέν εἶναι τό τέλος. Τό τέλος εἶναι νά βροῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό καί νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Γιατί, ἄν μείνει κανείς σ’ αὐτά, στήν ἄσκηση μόνο, θά γίνει πάλι ἕνας μεγάλος ἐγωιστής. Γιατί θά λέει «ἐγώ δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους πού δέν νηστεύουν, δέν κάνουν μετάνοιες κλπ». Δηλαδή θά δουλεύει στόν ἑαυτό του. Ὅλα αὐτά εἶναι μέσα γιά νά χαλιναγωγήσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά δουλέψουμε στόν Θεό. Μαζί, ὅμως, μέ αὐτά εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ μυστηριακή ζωή, ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση. Αὐτά τά δύο, θά λέγαμε, εἶναι οἱ πυλῶνες πού μᾶς πᾶνε στόν Παράδεισο, ἡ ἀσκητική καί ἡ μυστηριακή ζωή. Δέν μπορεῖς δηλαδή χωρίς ἄσκηση, χωρίς ἐγκράτεια, χωρίς ὑπακοή, χωρίς χαλιναγώγηση τῆς σάρκας νά ζήσεις τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀδύνατο.
Σήμερα πολλοί κηρύττουν ἕναν τέτοιο χριστιανισμό ‘εὔκολο’. Μπορεῖ νά εἶναι καί παπᾶδες καί Δεσποτάδες… πού λένε «παιδί μου, βαφτισμένος εἶσαι, ὅπως καί νά ζεῖς θά σωθεῖς, δέν ἔχεις πρόβλημα». Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι, γιατί μαζί μέ τήν μυστηριακή ζωή, χρειάζεται καί ἡ ἀσκητική ζωή. Δέν ξεχωρίζουν αὐτά τά δύο. Πρίν πᾶμε στήν ἀνάσταση, πρέπει νά περάσουμε ἀπ’ τήν σταύρωση. Νά σταυρωθοῦμε ὡς πρός τά πάθη μας, νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τά πάθη μας. Ἀφοῦ σταυρωθοῦμε καί νεκρωθοῦμε, θά μποῦμε καί στόν τάφο τῆς ταπείνωσης καί ἀπό ἐκεῖ θά μᾶς ἀναστήσει ὁ Χριστός. Δέν μπορεῖς νά πᾶς κατευθείαν στήν ἀνάσταση. Αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Ἀντιχρίστου: Χριστιανός-Ξένος-Σταυροῦ, χ-ξ-στ, 666, τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτή λοιπόν ἡ ἀντισταυρική ζωή κηρύσσεται σήμερα ἀπό κάποιους καί δέν πρέπει νά πέσουμε σ’ αὐτή τήν παγίδα. Λένε μερικοί: «Δέν μ’ ἀναπαύει αὐτός ὁ παπα-Σάββας, πολύ αὐστηρός, νά πᾶμε σέ κανέναν ἄλλον. Εἶναι ἄγαμος. Νά πᾶμε σέ ἔγγαμο πνευματικό, ξέρει καλύτερα». Δηλαδή οἱ ἄγαμοι ἔπεσαν ἀπ’ τόν οὐρανό, δέν ξέρουν ἀπό οἰκογένεια καί τέτοια πράγματα! Ἀκοῦς διάφορα τέτοια. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού τά λένε, θέλουν οὐσιαστικά νά ἀναπαύσουν τά πάθη τους. Θέλουν ἕναν «χριστιανισμό τῶν παθῶν». Νά καταξιωθοῦν καί τά πάθη καί οἱ ἁμαρτίες. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, καί ν’ ἁμαρτάνουμε καί νά μᾶς εὐλογεῖ ὁ Θεός τήν ἁμαρτία. Δέν γίνεται αὐτό. Δέν ἔχει σχέση ὁ Χριστός μέ τήν ἁμαρτία. Δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση ἡ βρωμιά μέ τήν καθαρότητα, τό μαῦρο μέ τό ἄσπρο, τό σκοτάδι μέ τό φῶς. Ἤ θά εἶσαι στό σκοτάδι ἤ θά εἶσαι στό φῶς.
Ζοῦμε λοιπόν στήν Θεία Λειτουργία τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τόν Παράδεισο ἀπό τώρα. Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρός τόν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό καί μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος». Βλέπετε, πόσο ξεκάθαρα τά λέει ὁ Γέροντας; Θέλεις νά ζήσεις τόν Παράδεισο; Μέσα στήν Ἐκκλησία θά τόν βρεῖς, κάνοντας ταπεινά ὑπακοή σ’ αὐτά πού λέει. Προσέξτε γιατί ὑπάρχει μιά σύγχυση:
– Ποιά εἶναι ἡ Ἐκκλησία;
Ἀκούγοντας μερικοί τήν λέξη Ἐκκλησία, λένε «ὁ Δεσπότης, ὁ παπάς». Δέν εἶναι οὔτε ὁ Δεσπότης, οὔτε ὁ παπάς Ἐκκλησία. Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως μᾶς τόν λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφ. 1,23/Α΄Κορ. 12,27). Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει κεφαλή τόν Χριστό καί μέλη του εἶναι: οἱ Ἄγγελοι, ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ πρώτη τήν Παναγία μας καί ὅλοι οἱ χριστιανοί πού κοιμήθηκαν ἤ ζοῦν ἀκόμα, ἐν μετανοία, ἔχουν δηλαδή ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί διά τοῦ Θεοῦ, διά τῶν Ἁγίων Πατέρων, μᾶς ἔχει ἀφήσει Κανόνες, δηλαδή κείμενα ἱερά, γραμμένα μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού μᾶς δείχνουν πῶς θά ζήσουμε κι ἐμεῖς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Φυσικά δέν μποροῦμε νά τά πετάξουμε καί νά ποῦμε σήμερα δέν ἰσχύουν οἱ Κανόνες ἤ -ὅπως λένε δυστυχῶς- ὅτι οἱ Πατέρες δέν εἶχαν ἀγάπη καί ἦταν πολύ αὐστηροί… Ἐπειδή ἔχει ἀλλάξει τό ἐξωτερικό πολιτισμικό περιβάλλον δέν σημαίνει ὅτι ἔχει ἀλλάξει καί τόν ἄνθρωπο. Οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἴδιοι ὅπως καί πρίν 2000 χρόνια. Ἄν ἄλλαζε ὁ ἄνθρωπος, ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος θεολόγος, θά ξανακατέβαινε ὁ Χριστός, γιά νά μᾶς δώσει καινούριο Εὐαγγέλιο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἴδιος, τά πάθη εἶναι τά ἴδια, ἡ κατάστασή μας εἶναι ἡ ἴδια, ὅπως τήν κληρονομοῦμε ἀπό τόν Ἀδάμ καί τούς ἀπογόνους του καί φτάνει μέχρι τίς μέρες μας. Καί ὅλοι χρειαζόμαστε «ψυχοθεραπεία», ὄχι ἀπό ψυχίατρο κοσμικό, ἀλλά ἀπό Πνευματικό. Ἀπό τόν Χριστό καί ἀπό τούς ἀληθινούς Πνευματικούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι λίγοι ἀλλά ὑπάρχουν, πού ἔχουν ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἔχουν περάσει τό στάδιο τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ, ἴσως καί τῆς θέωσης καί μποροῦν νά μᾶς ὁδηγήσουν.
«Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρός τόν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό καί μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος», λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι ὁ Παράδεισος.
Ὁ κύριος σκοπός τῆς ζωῆς μας δέν εἶναι οὔτε νά γίνουμε γιατροί, οὔτε ἐπιστήμονες, ὅπως δυστυχῶς τό ἐμφυσοῦν αὐτό οἱ γονεῖς στά παιδιά, γιατί δῆθεν ἔτσι θά προκόψουν στήν ζωή τους καί θά κάνουν χρήματα κ.λ.π. Αὐτά τά ἰδανικά δίνουμε στά παιδιά μας. Δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι, ὅπως εἴπαμε, τό καθ’ ὁμοίωσιν, ἡ θέωση δηλαδή. Ἀλλά ποιός ἀπό τούς γονεῖς τό λέει στό παιδί του; Ὅταν, ὅμως, φτάσει τό παιδί νά τόν βρίζει καί νά τόν χτυπάει, αὐτός θά διαμαρτύρεται… Ἀλλά τό παιδί θά ἔχει δίκαιο! Γιατί δέν πῆρε τό ἕνα «οὗ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,42) ἀπό τόν πατέρα του καί τήν μητέρα του. Τό ἕνα πού ἔχει πραγματικά ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ Χριστός. Πρέπει νά δείξουμε στό παιδί μας τόν προορισμό του, τί πρέπει νά γίνει καί πῶς θά ἀγαπήσει τόν Θεό.
– Ἡ μέγιστη ἀγάπη στόν Θεό πῶς ἐκφράζεται;
Μέ τήν λατρεία.
Κακῶς λέμε σέ ἀνθρώπους: «σέ λατρεύω». Ἡ λατρεία ἁρμόζει μόνο στόν Θεό. Λατρεύουμε τόν Θεό μέ τήν θεία λατρεία καί τήν κορυφαία λατρεία, τήν Θεία Λειτουργία.
Ἄρα, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ὡς σκοπό νά μοιάσει καί νά ἀγαπήσει τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή. Νά μοιάσει στόν Θεό πού εἶναι ἀγάπη, ἄρα νά γίνει κι αὐτός ἀγάπη. Νά ἀγαπήσει στόν μέγιστο βαθμό τόν Θεό, δηλαδή νά Τόν λατρέψει. Πῶς εἴπαμε Τόν λατρεύουμε; Μέ τήν ἐκκλησιαστική ζωή, μέ τήν Θεία Λειτουργία. Ἄρα, θά λέγαμε, ἡ ὕψιστη πράξη πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία. Ὅ,τι ἀνώτερο μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι νά προσφέρουμε τήν Θεία Λειτουργία. Ἀλλά ὁ ἱερέας πού κάνει τήν Λειτουργία δέν εἶναι μόνος του. Ὅλοι μαζί συλλειτουργοῦμε, δέν πειράζει δηλαδή πού εἶστε λαϊκοί. Ἄλλωστε καί ἡ λέξη λειτουργία σημαίνει ἔργο τοῦ λαοῦ. Δέν εἶναι σωστό νά λέμε «ἄντε πότε θά τελειώσει ὁ παπάς, πότε θά βγάλει τήν Θεία Κοινωνία;». Αὐτά εἶναι πράγματα ἀσεβῆ ἀπό ἀνθρώπους ἄσχετους, πού πᾶνε τελευταία στιγμή στό παρά πέντε, νά μήν πῶ στό καί πέντε, καί ρωτᾶνε «μπορῶ νά κοινωνήσω;»…
Ὅλοι μαζί λοιπόν καί μέ τόν ἱερέα δοξάζουμε τόν Θεό, ἀγαποῦμε τόν Θεό, λατρεύουμε τόν Θεό καί αὐτή εἶναι ἡ ὕψιστη πράξη πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ, γιατί ἀκριβῶς αὐτή ἡ πράξη τόν κάνει περισσότερο ἀπ’ ὅλα νά μοιάσει στόν Θεό πού εἶναι ἀγάπη. Γι’ αὐτό μέσα στή Λειτουργία κατεξοχήν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά τή ζοῦμε. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἔλεγε: θέλω οἱ καλόγριές μου νά βαστᾶνε μαντήλι, νά κλαῖνε δηλαδή μέσα στήν Ἐκκλησία. Γιατί τό κλάμα εἶναι μία ἔνδειξη τοῦ βιώματος τῆς καρδιᾶς. Ἕνας Ἅγιος λέει: – Ἦρθες σέ κατάνυξη; Ἔκλαψες; Ὁ Χριστός ἄγγιξε τά μάτια σου καί ἔκλαψες. Ὄχι ὅταν κλαῖμε ,γιατί μᾶς μάλωσε ὁ ἄντρας μας… Αὐτό εἶναι ἐγωιστικό κλάμα. Ἀφῆστε το αὐτό… Ἄν ἔκλαψες, γιατί αἰσθάνθηκες μέσα σου τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι καλό. Νά δοξάζεις τόν Θεό, μήν τό πάρεις πάνω σου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος γιά αὐτό. Εἶναι λειτουργικό ὄν, ὅπως λέμε στήν Θεολογία, γιά νά λειτουργεῖ στόν Θεό. Γι’ αὐτό, ἄν μπορεῖτε κάθε μέρα νά πηγαίνετε στήν Θεία Λειτουργία, τό συνιστῶ πάνω ἀπ’ ὅλα καί νά ἔχετε καί τίς προϋποθέσεις, νά πάρετε εὐλογία ἀπό τόν Πνευματικό σας, νά κοινωνᾶτε κιόλας. Νά ξαναγυρίσουμε στή ζωή τῶν πρώτων χριστιανῶν. Αὐτό ζοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Ἐμεῖς πᾶμε μιά Κυριακή καί μάλιστα μετά τό Πιστεύω ἤ μετά τόν καθαγιασμό…
Μοῦ ἔλεγαν οἱ μοναχές σ’ ἕνα μοναστήρι ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔρχονται λίγο πρίν τελειώσει ἡ λειτουργία, γιά νά πιοῦν καφέ καί λένε κιόλας ὅτι λειτουργήθηκαν! Αὐτό εἶναι φοβερή κατάπτωση. Γι’ αὐτό πᾶμε στό μοναστήρι;
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος γιά νά λειτουργεῖ, ἔχει τό ἱερατικό ἀξίωμα, τήν λεγόμενη γενική ἱερωσύνη. Τήν εἰδική ἱερωσύνη τήν ἔχουν οἱ ἱερεῖς καί εἶναι εἰδική χάρη, ἡ ὀποία τούς ἐνδυναμώνει , γιά νά τελοῦν τά μυστήρια, τά ὁποῖα οὐσιαστικά τελεῖ ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός εἶναι πού μεταβάλλει τόν ἄρτο καί τόν οἶνο σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι πού κάνει ὅλα τά Μυστήρια, γι’ αὐτό καί δέν ἐξαρτῶνται τά Μυστήρια καί ἡ ἀποτελεσματικότητά τους ἀπό τήν ἁγιότητα τοῦ ἱερέως. Ὅ,τι κι ἄν εἶναι ὁ ἱερέας, τό Μυστήριο θά γίνει γιά χάρη τοῦ λαοῦ διότι τό τελεῖ ὁ Χριστός. Βέβαια ὅσο πιό ἄξιος εἶναι ὁ ἱερέας, τόσο μεγαλύτερη εἶναι καί ἡ ὠφέλεια πού παίρνει ἀπό τά Μυστήρια ὁ ἴδιος. Ἀλλά τόν ἁγιασμό τόν μεταδίδει πάντοτε σ’ αὐτούς πού προσέρχονται καί συμμετέχουν μέ εὐλάβεια καί μάλιστα μπορεῖ νά πάρουν περισσότερα ἀπ’ ὅσα παίρνει ὁ παπάς.
Ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης πώς ἄν ἐσύ ἔχεις εὐλάβεια στόν Πνευματικό σου καί ἔχεις διάθεση νά πάρεις 50 βαθμούς ἁγιότητας ἄς ποῦμε καί ὁ Γέροντάς σου ἔχει 10, ἐσύ θά πάρεις 50 καί ὄχι 10. Μά θά πεῖς 10 ἔχει νά μοῦ δώσει. Ἐκεῖνος ἔχει 10 γιά τόν ἑαυτό του, ὁ Χριστός ἔχει ὅμως ἄπειρα! Ἐμεῖς διά τοῦ Πνευματικοῦ πᾶμε στόν Χριστό, ὁπότε θά πάρουμε ἀνάλογα μέ τήν δεκτικότητά μας καί τήν εὐλάβειά μας. Εἶχε ἔρθει ἕνας Πνευματικός νά ἐξομολογηθεῖ καί μοῦ λέει: «τί νά ποῦμε πάτερ, ἔχουμε ἁγίους ἀνθρώπους πού ἔρχονται καί ἐξομολογοῦνται σέ μᾶς», δηλαδή πολύ καλύτερους λαϊκούς ἀπό τούς ἱερεῖς πολλές φορές. Δέν ἐξαρτᾶται λοιπόν αὐτό πού θά πάρουμε ἀπό τήν ἁγιότητα τοῦ ἱερέως, ἀλλά εἶναι ἀνάλογο τῆς ταπείνωσης καί τῆς δεκτικότητας, μέ τήν ὁποία πλησιάζουμε ἐμεῖς. Ὁ Χριστός οὔτε τσιγγουνεύεται, οὔτε βάζει ὅρια στό τί θά μᾶς δώσει.
Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν ἔχει αὐτή τήν γενική ἱερωσύνη καί καλεῖται νά ζεῖ λειτουργικά, εὐχαριστιακά, δοξολογητικά, ὡς ἐπίγειος ἄγγελος. Αὐτό εἶναι πολύ ἐπίκαιρο, γιατί στίς μέρες μας ἔχουμε πολύ γκρίνια. Καί πολλοί τά βάζουν καί μέ τόν Θεό ἤ μέ πολιτικούς κ.λ.π. καί τί κατάσταση εἶναι αὐτή… καί ἀγωνία… καί ἄγχος.
– Ξέρετε ποιός εἶναι ὁ σωστός τρόπος γιά νά δεχθοῦμε ὅλα αὐτά;
Εὐχαριστιακά. Ὅσο κι ἄν φαίνεται παράδοξο, πρέπει νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό, γιατί μᾶς ἐπισκέπτεται μέσα ἀπ’ ὅλα αὐτά. Λέει ἡ Γραφή: ὁ Θεός «μαστιγοῖ πάντα υἱόν ὅν παραδέχεται» (Παρ. 3,12), μαστιγώνει παιδαγωγικά, ἀγαπητικά κάθε παιδί Του πού τό παραδέχεται ὡς γνήσιο παιδί Του. Τούς Εὐρωπαίους, θά πεῖ κανείς, πού εἶναι καί ἐκτός Ἐκκλησίας δέν τούς μαστιγώνει… Ἔ, αὐτούς νά τούς κλαῖς! Αὐτοί θά τραβήξουν πολύ χειρότερα. Ἐμᾶς πού μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Θεός τώρα εἶναι εὐλογία καί πρέπει νά Τόν εὐχαριστήσουμε καί γιά τήν δοκιμασία καί γιά τήν κρίση καί γιά ὅσα ἔρθουν ἀκόμα. Καί αὐτό δέν ἕνα ‘τρίκ’ γιά νά περάσουμε καλά καί νά μήν μᾶς πιάσει κατάθλιψη, εἶναι ἀλήθεια. Ὅταν κανείς τό κάνει μέ ἐπίγνωση ὅτι ἔτσι εἶναι, ὄχι μόνο ὑπερβαίνει τήν κρίση ἀλλά περνάει θά ἔλεγα καί ‘ἀβρόχοις ποσί’ τήν κρίση.
– Θέλετε νά περάσετε καλά τήν κρίση;
Νά δοξάζετε γιά ὅλα τόν Θεό. Μήν γκρινιάζετε. Νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό καί νά ζητᾶμε μετάνοια νά διορθωθοῦμε, γιατί λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας ἦρθαν ὅλα αὐτά. Ὅταν τό πεῖ αὐτό ὁ ἄνθρωπος ἑλκύει τήν Χάρη καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν θά ἀφήσει νά βουλιάξει. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν, οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Δέν θά μᾶς λείψει τίποτα ἀπό τά ἀναγκαῖα, τό βεβαιώνει ὁ Θεός. Καί αὐτό θά πιστοποιηθεῖ στήν πράξη, θά τό δεῖτε. Ἑπομένως, ἡ εὐχαριστιακή ὑποδοχή τῶν θλίψεων καί ὅλων γενικά τῶν γεγονότων εἶναι αὐτό πού μᾶς καταξιώνει ὡς πρόσωπα, ὡς λειτουργικά ὄντα καί ὡς ἀνθρώπους.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ὁ Θεός θέλει νά ὁμοιωθοῦμε μέ τούς ἀγγέλους», νά μοιάσουμε στούς ἀγγέλους. Οἱ πιό κοντινοί σέ μᾶς εἶναι οἱ ἅγιοι καί οἱ ἄγγελοι. Αὐτούς πρέπει νά κοιτάζουμε καί νά προσπαθοῦμε νά τούς μοιάσουμε. Οἱ ἄγγελοι τί κάνουν, ποιό εἶναι τό κύριο ἔργο τους; Νά ψάλλουν, νά δοξάζουν τόν Θεό καί νά ὑπηρετοῦν κι ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι κι ἐμεῖς δοξάζοντας τόν Θεό καί ὑπηρετώντας τούς συνανθρώπους μας μοιάζουμε στούς ἀγγέλους. Ὡς ἱερέας ὅλης τῆς κτίσεως ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά προσφέρει εὐχαριστιακά τά πάντα, καθώς καί τόν ἑαυτό του, στόν πανάγαθο Θεό. Τότε πραγματικά ὁ ἄνθρωπος λυτρώνεται καί τότε τακτοποιοῦνται ὅλα τά προβλήματα. Σήμερα ὅλοι ἔχουμε προβλήματα.
– Ξέρετε γιατί ἔχουμε προβλήματα;
Γιατί δέν ἀφηνόμαστε στόν Θεό. Δέν προσφερόμαστε στόν Θεό ἤ προσφερόμαστε κατά ἕνα μέρος. Κρατᾶμε καί λίγο γιά μᾶς καί λίγο γιά τό παιδί μας… Μά τό παιδί σου καί ἐσύ δέν ἀνήκετε στόν Θεό; Ἀκούγονται διάφορα συνθήματα: «Ἀνήκουμε στήν Δύση»,»Ἀνήκουμε στήν Εὐρώπη», «Τό παιδί μου μοῦ ἀνήκει», «Τό σῶμα μου μοῦ ἀνήκει».. Πῶς τά λέμε αὐτά; Δέν ἔχουμε ἀκούσει ποτέ ὅτι ὁ Χριστός μᾶς ἔχει ἀγοράσει μέ τό αἷμα Του, μέ τήν θυσία Του; Ἄλλοι λένε ὅτι «Ἀνήκουμε στήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή», εἶναι πιό Ρωμιοί ἄς ποῦμε αὐτοί. Οὔτε στή Δύση, οὔτε στήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή ἀνήκουμε. Στόν Χριστό ἀνήκουμε, μᾶς ἔχει ἀγοράσει ὁ Χριστός μέ τό αἷμα Του. Ἄν λέμε τέτοια πράγματα, δέν εἴμαστε χριστιανοί. Εἶναι βλάσφημα αὐτά, γιατί στηρίζουμε τήν ἐλπίδα μας στήν Δύση, στούς Ἀμερικάνους, στούς Εὐρωπαίους, ἤ στήν Ἀνατολή, στούς Ρώσους ἤ στά μπράτσα μας, πού μᾶς κάνει πάλι καταραμένους. Ὅπως εἴπαμε: «Ἐπικατάρατος ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον καί στηρίζει σάρκα βραχίονος αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5). Ὅταν ὅμως δέν τά τηροῦμε αὐτά, βέβαια θά ἔρθει ἡ κρίση καί πολλές κρίσεις…
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἔτσι εὐχαριστιακά, λατρευτικά, τότε βιώνει τόν Παράδεισο. Λατρεία σημαίνει ἀγάπη στόν μέγιστο βαθμό. Ὅποιος μετέχει οὐσιαστικά στήν λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός ἀγαπάει τόν Χριστό στόν μέγιστο βαθμό. Αὐτός τότε ζεῖ τόν Χριστό, ζεῖ δηλαδή μέσα στόν Παράδεισο. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, γίνεται ἕνα μαζί Του, μέ τήν Ἐκκλησία Του». Βλέπετε; Ἀγράμματος ἄνθρωπος, οὔτε τήν πρώτη δημοτικοῦ δέν εἶχε τελειώσει κι ὅμως μιλάει ἐντελῶς θεολογικά γιατί ἀκριβῶς ἔχει ἐνεργοποιήσει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν διδάσκει νά τά πεῖ αὐτά. Γίνεται ἕνα, λέει, μέ τόν Χριστό, ἀλλά καί μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ξέρετε τί σπουδαῖο πράγμα εἶναι αὐτό; Δηλαδή νιώθει ἕνα μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο νά εἶσαι χωρισμένος ἔστω καί μέ ἕναν ἄνθρωπο. Σημαίνει ὅτι ἔχεις βγεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Λέει κάποιος: «ἔχω σκάσει μέ τόν τάδε, δέν τόν ἀντέχω…». Ἔ, ἔχεις βγεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία… καί μόνο πού εἶσαι σ’ αὐτή τήν ἔξαλλη κατάσταση.. δέν χρειάζεται ἄλλη πιστοποίηση. Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν κατοικεῖ μέσα σου ἐκείνη τήν ὥρα, τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ κατοικεῖ. Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι εἰρηνικό, εἶναι ταπεινό, εἶναι ἥσυχο καί ἀγαπητικό.
«Ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, γίνεται ἕνα μαζί Του, μέ τήν Ἐκκλησία Του. Ζεῖ μιά τρέλα! Ἡ ζωή αὐτή εἶναι χαρά, εἶναι φῶς, εἶναι ἀγαλλίαση, εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ζωή τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Μπορεῖ νά σοῦ ποῦν ὅτι τρελάθηκες! Ὄντως τρελαθήκαμε… γιά τόν Χριστό ὅμως. Γνωρίζετε τό ἀνέκδοτο πού εἶχε συμβεῖ πάλι μέ τόν Ἅγιο Πορφύριο. Ἦταν στόν κῆπο μέ πνευματικά του παιδιά καί ἔσκαβαν λέγοντας συγχρόνως καί τήν εὐχή καί περνοῦσαν ἀπ’ ἔξω κάποια παιδιά καί τόν ρώτησαν: – Πάτερ τί κάνετε ἐσεῖς ἐδῶ πέρα; – Τί νά σᾶς πῶ; τούς λέει. Ἐμεῖς εἴμαστε μιά ὁμάδα τρελῶν… μᾶς ἔχει τρελάνει ὁ Θεός! Νά, λέει, σκάβουμε ἐδῶ, κάνουμε… μετά πᾶμε στήν Ἐκκλησία Τοῦ λέμε, Τοῦ λέμε…καί αὐτοί γελοῦσαν. Μετά ἀπό τρία χρόνια ἡ κοπέλα ξαναγύρισε καί ἐξομολογήθηκε.
Πράγματι ὁ χριστιανός ζεῖ μιά τρέλα! Γιά τόν κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι τρελός. Μή μᾶς παραξενεύει , ἄν μᾶς ποῦν ὅτι τά ‘ἔχουμε χαμένα’. Ὄντως γιά τούς κοσμικούς τά ἔχουμε χαμένα, γιατί ἡ λογική τοῦ κόσμου εἶναι στόν ἀντίποδα τῆς λογικῆς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἀνάποδο. Ὁ κόσμος σοῦ λέει νά βασιστεῖς στήν οἰκονομία, στά δάνεια, στά ἐπιτόκια, στούς ἀνθρώπους βουλευτές-βολευτές κ.λ.π., ὁ Χριστός σοῦ λέει «νά βασιστεῖς σέ Μένα», πού δέν Μέ βλέπεις, πού εἶμαι σταυρωμένος, πού εἶμαι καταφρονημένος, χωρίς καμία κοσμική δύναμη, στό περιθώριο τοῦ περιθωρίου… καί βέβαια γιά τόν κόσμο αὐτό εἶναι τρέλα. Αὐτός ὅμως ὁ «τρελός» εἶναι πού ζεῖ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπό αὐτή τήν ζωή. Καί τό βεβαιώνει τό μέσα του, τό βεβαιώνει ὅλη του ἡ ὕπαρξη, γιατί ξεχειλίζει ἀπό χαρά, εἰρήνη καί εὐφροσύνη.
Ἑπομένως, ἕνα δεύτερο χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ βίωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά λέμε γιά νά προβληματιστοῦμε. Ἐμεῖς λέμε ὅτι εἴμαστε τῆς Ἐκκλησίας. Τήν βιώνουμε τήν Βασιλεία; Τήν βιώνουμε τήν Χάρη, τήν χαρά, τήν εἰρήνη, ὅλα αὐτά πού λέει ὁ Θεός ὅτι εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Λαχταράει ἡ καρδιά μας νά πᾶμε στήν Θεία Λειτουργία, νά κοινωνήσουμε, νά προσευχηθοῦμε, νά μελετήσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἡ ζωή ἐντός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πρόγευση τῆς ἀθανασίας, κατάργηση τοῦ θανάτου, τοῦ διαβόλου καί τῆς Κολάσεως. Ὁ Γέροντας ἔλεγε: «Εἶμαι αἰώνιος!». Στήν Ἁγία Μας Ἐκκλησία μετέχουμε τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καί κοινωνοῦμε «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Πορευόμαστε ἔτσι χαρούμενα, δοξολογητικά καί θριαμβευτικά πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού ἔρχεται καί ἤδη ἦλθε… Γι’ αὐτό λέμε στήν εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς (ἡ κεντρική εὐχή στήν Θεία Λειτουργία), ὅπου εὐχαριστοῦμε τόν Θεό – γι’ αὐτό λέγεται καί Θεία Εὐχαριστία – γιά ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει κάνει, γιά τήν σωτηρία καί ἀνάμεσα στά ἄλλα Τόν εὐχαριστοῦμε καί γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία λέει «μᾶς ἐχάρισες» ἤδη δηλαδή, ὄχι θά μᾶς τήν χαρίσεις. «Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστί» καί ἐμεῖς ἐντός Της. Ἡ Ἐκκλησία καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ταυτίζονται.
Ἡ πίστη, ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία, κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν αἰσθάνεται τόν σωματικό πόνο. Δηλαδή, ὅταν ζεῖ κανείς σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, δέν κουράζεται εὔκολα καί ἀκόμα ὑπερβαίνει τόν πόνο. Αὐτό συνέβαινε στά μαρτύρια πού τούς ἔξυναν, τούς ἔβαζαν ἀλάτι, ξύδι… φοβερά μαρτύρια καί ἦταν σάν νά ὑπέφερε ἕνα ξένο σῶμα. Καλά, θά πεῖ κανείς, δέν εἶχαν αἰσθητικά νεῦρα, δέν εἶχαν αἴσθηση τοῦ πόνου; Καί βέβαια εἶχαν! Ἁπλούστατα ὁ νοῦς τους ἦταν τόσο καρφωμένος στόν Θεό, τόσο ἀπορροφημένος ἀπό τόν Θεῖο ἔρωτα, πού ἦταν σάν νά εἶχαν φύγει τελείως ἀπό τό σῶμα. Δέν εἶχαν φύγει ὅμως.
Αὐτό συνέβη καί στόν Ἅγιο Πορφύριο, ὅταν κάποτε εἶχε πάει σέ ἕναν χειροῦργο, γιατί εἶχε ἕναν καρκίνο στό δέρμα πού χρειαζόταν καυτηριασμό. Σύμφωνα μέ τό ἰατρικό πρωτόκολλο θά ἔπρεπε νά τοῦ κάνει πρῶτα τοπική ἀναισθησία. Ὁ Γέροντας ζήτησε τότε νά μήν τοῦ κάνει ἀναισθησία. Ἔ, ἄρχισε ὁ γιατρός τόν καυτηριασμό, γέμισε καπνό ὅλο τό δωμάτιο, γιατί ξέρετε ὅταν καίγεται ἡ σάρκα πῶς μυρίζει, ἀλλά ὁ Γέροντας δέν ἔδειχνε οὔτε μία σύσπαση πόνου. Ὁ γιατρός τά ἔχασε, λέει «Τί εἶναι αὐτός;» καί τοῦ μπῆκε ὁ λογισμός – βλάσφημος λογισμός καί στενοχωρέθηκε ὁ Γέροντας – ὅτι εἶναι γκουρού, δηλαδή μάγος, αὐτοί πού ἐπικαλοῦνται τά πονηρά πνεύματα.
Αὐτή εἶναι ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τόσο ἄσχετος ἦταν ὁ γιατρός, πού τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ τήν ἀπέδωσε στόν διάβολο. Ὅπως ἀκριβῶς καί στά ἀρχαῖα μαρτύρια. Ὅταν βασάνιζαν τούς μάρτυρες, αὐτοί θαυματουργοῦσαν καί οἱ εἰδωλολάτρες τούς ἀποκαλοῦσαν ‘μάγους’ καί ὅτι μέ τήν δύναμη τοῦ σατανᾶ ἔκαναν θαύματα. Τό ἴδιο εἶπαν καί στόν Χριστό μας ὅτι: «βγάζει τά δαιμόνια μέ τήν δύναμη τοῦ ἀρχηγοῦ τους Βεελζεβούλ» (Ματθ. 12,24). Καί πολύ σωστά καί λογικά ἀπαντοῦσε ὁ Χριστός: «ὁ δαίμονας βγάζει δαίμονα;» Ὄχι βέβαια! Παρόλα αὐτά βλέπετε ὅτι ὁ ἄθεος πάει κόντρα καί στήν λογική. Ἐνῶ ἐπικαλεῖται τήν λογική καί λέει: «δέν ὑπάρχουν λογικές ἀποδείξεις γιά τόν Θεό καί ἐμεῖς εἴμαστε ἐπιστήμονες…». Ὅμως τελικά καταπατάει τήν λογική. Οὐσιαστικά εἶναι μιά σχιζοφρένεια ἡ ἀθεΐα.
Λοιπόν ξαναγυρίζουμε στόν Ἅγιο Πορφύριο. Τοῦ ἀφαίρεσε τόν ὄγκο χωρίς νά κάνει καμία σύσπαση καί τήν ἐξήγηση τήν ἔδωσε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος: εἶχα καρφώσει τόν νοῦ μου στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἤμουν κάτω ἀπό τόν Σταυρό Του, ζοῦσα τό μαρτύριο στόν Γολγοθά καί εἶχα ἀπορροφηθεῖ ἀπό αὐτό. Τό ἴδιο καί οἱ μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀπορροφηθεῖ ἀπό τόν Θεῖο ἔρωτα καί αἰσθανόντουσαν μέν τόν πόνο, ἀλλά τόν ὑπερέβαιναν.
Αὐτή εἶναι ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία. Δύο χαρακτηριστικά εἴπαμε, ἀλλά εἶναι πολλά. Μποροῦμε ὅμως ἀπό αὐτά νά βοηθηθοῦμε καί νά προβληματιστοῦμε καί ἴσως νά βοηθήσουμε καί κανέναν ἄλλον ἐνόψει τῆς κρίσεως.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Λέμε, πάτερ, πότε νά βρεθοῦμε στήν Θεία Λειτουργία… ἔχουμε ἴσως κατάνυξη.. δόξα τῶ Θεῶ… ἀλλά στό δευτερόλεπτο φεύγει ὁ νοῦς μας καί πρέπει συνέχεια νά τόν μαζεύουμε. Γιά νά ζήσουμε τήν Θεία Λειτουργία πρέπει ὁ νοῦς μας νά εἶναι μόνο ἐκεῖ καί ὄχι νά τόν μαζεύουμε συνέχεια;
Ἀπ. : Χρειάζεται νά τόν μαζεύουμε, γιατί ἔχει μάθει στή γύρα… ἐδῶ κι ἐκεῖ. Πρέπει νά τόν μαζεύουμε καί μακάρι νά φτάνουμε σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, τήν κατάνυξη, καί τό σημαντικό εἶναι νά προσέξουμε νά φυλάξουμε τήν κατάνυξη. Γιά νά φτάσει κανείς ἐκεῖ, ἴσως εἶναι εὔκολο. Νά τήν φυλάξει εἶναι τό δύσκολο. Νά προσέξουμε νά μήν μᾶς πιάσει ὑπερηφάνεια. Δέν τό κάνουμε ἐμεῖς. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού τό κάνει. Ἄν τό ἀποδώσεις στόν ἑαυτό σου καί σκεφτεῖς ὅτι εἶσαι σέ μέτρα… τό χάνεις ἀμέσως. Χρειάζεται μετάνοια, συντριβή καί λέγοντας τήν εὐχή τό βάρος νά πέφτει, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, στό ‘ἐλέησόν με’, ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη δηλαδή τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : Τό νά θέλουμε νά γίνουμε ἅγιοι εἶναι ἁμαρτία;
Ἀπ. : Ὄχι, ἀφοῦ εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ αὐτό. «Ἅγιοι γίνεσθε» (Λευϊτ. 20,7,26· Α΄ Πέτρ. 1,16). Ὄχι , ὅμως, μέ τήν ἐπιθυμία νά μᾶς γράψουν στά βιβλία, νά μᾶς κάνουν εἰκόνες, μιά ἀνθρώπινη δηλαδή καταξίωση, ἀλλά γιά νά ἀρέσουμε στόν Θεό. Τό πιό καλό, ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, εἶναι νά ζητᾶμε μετάνοια. Ἡ μετάνοια ἔχει πολλά σκαλοπάτια. Κι ὅσο κανείς προχωράει στή μετάνοια, στήν ταπείνωση, τόσο προχωράει στήν ἁγιότητα. Ἐμεῖς, βέβαια, δέν θά πρέπει νά θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας ἄξιο γιά ἁγιότητα, ἀλλά γιά μετάνοια. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος: εὔχεσθε νά μοῦ δίνει ὁ Θεός καλή μετάνοια. Κι ἐμεῖς εὐτό νά παρακαλᾶμε, νά μᾶς δίνει ὁ Θεός καλή μετάνοια. Καί τό φάρμακο γιά τήν κρίση νά ξέρετε αὐτό εἶναι: Ἡ μετάνοια.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. : Τό ἴδιο. Καί οἱ ἅγιοι αὐτό ἔκαναν. Ἡ ζωή τῶν ἁγίων εἶναι ἡ ἀγγελική ζωή. Καί νά μήν σκεφτεῖ κανείς ὅτι πρέπει νά γίνουμε ὅλοι μοναχοί καί ἀσκητές, γιά νά γίνουμε ἅγιοι. Ὄχι. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι γιά ὅλους. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ζοῦσαν ὅλοι ἀσκητικά καί μυστηριακά, ἄν καί ἦταν ἀπό κάθε οἰκογενειακή κατάσταση, ἔγγαμοι καί ἄγαμοι. Ἐφόσον ἐκεῖνοι μποροῦσαν, μποροῦμε κι ἐμεῖς. Ζοῦσαν καί κοινοβιακά, δηλαδή μέ κοινοκτημοσύνη. Μακάρι νά γυρίσουμε καί σ’ αὐτό, ἀλλά αὐτό θέλει πνευματική ὡριμότητα. Ὄχι ἀναγκαστική κοινοκτημοσύνη, ὅπως λέει ὁ κομμουνισμός, ἀλλά ἑκούσια. Ἐκεῖ εἶναι ἡ διαφορά. Νά τό κάνεις μόνος σου, νά θέλεις νά δίνεις στήν Ἐκκλησία, στήν κοινότητα, στήν ἐνορία, τά περιουσιακά σου στοιχεῖα. Ἐμεῖς βέβαια δέν δίνουμε μιά ματιά, μιά καλημέρα… Ὑπάρχουν ἀδέλφια πού εἶναι στά μαχαίρια γιά δυό μέτρα γῆς! Γιατί δέν ζοῦμε τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τό μυστήριο τῆς κοινωνίας μέ τόν Χριστό, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ ἄλλος εἶμαι ἐγώ καί ἡ προκοπή τοῦ ἄλλου εἶναι προκοπή δική μου, ἡ χαρά τοῦ ἄλλου εἶναι χαρά δική μου, ὁ πόνος τοῦ ἄλλου εἶναι πόνος δικός μου. Τότε εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Τώρα πού ἦρθε ἡ κρίση καί θά ἔρθει -ἄν ἔρθει- ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἡ πείνα, θά μείνεις ἐσύ μέ τό ἀλεύρι σου καί ὁ ἄλλος θά πεινάει; Ὄχι, θά δώσεις καί στόν ἄλλον. Ὁ π. Ἀθανάσιος Χαμακιώτης, Ἅγιος ἄνθρωπος, στήν Ἀθήνα στήν Μονή Φανερωμένης στή Νερατζιώτισσα, στή Δροσιά, τόν καιρό τῆς Κατοχῆς, εἶχε πάει σ’ ἕνα σπίτι, τούς ἔκανε εὐχέλαιο καί τοῦ ἔδωσαν – φαίνεται θά εἶχαν – μισό καρβέλι ψωμί. Μέ τέτοια πείνα τότε, ἦταν σπουδαῖο πράγμα μισό καρβέλι ψωμί. Καί τί ἔκανε ὁ Ἅγιος Γέροντας; Θυμήθηκε ὅτι εἶχε ἕνα πνευματικοπαίδι, μιά κοπέλα, πέντε χιλιόμετρα μακριά πού δέν εἶχε νά φάει καί τῆς πῆγε τό ψωμί καί αὐτός ἔμεινε νηστικός. Ἐκεῖ ἔμαθε ὅτι ἄλλη μία πέθαινε ἀπό τήν πείνα στήν Πεύκη, ἄλλα πέντε-δέκα χιλιόμετρα μακριά, ὁπότε ἄφησε σ’ αὐτη τό μισό ψωμί καί πῆγε καί στήν ἄλλη τό ὑπόλοιπο. Καί τόν ρωτάει ἐκείνη: – Παππούλη ἐσύ ἔφαγες; – Ὄχι, λέει, δέν ἔφαγα. – Φάε κι ἐσύ, τοῦ λέει, γιατί δέν κατεβαίνει κάτω…. Καταλάβατε τί θά πεῖ ἀγάπη! Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη Χριστοῦ.
Αὐτό εἶναι τό DNA μας, αὐτή εἶναι ἡ Ρωμιοσύνη, αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός Ἑλληνισμός, ὄχι μέ τήν ἔννοια τῆς ἀρχαιολατρείας πού ἔχουμε σήμερα, πού τήν προβάλλουμε συνέχεια. Εἶχαν κι αὐτοί κάποια καλά, ἀλλά ἔχουμε καί κάτι ἀνώτερο ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνες. Δέν εἴμαστε ἀπόγονοι μόνο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, εἴμαστε καί ἀπόγονοι τῶν Ἁγίων. Πολλοί βάζουν πρῶτα τόν Ἑλληνισμό καί ἔπειτα τήν Ὀρθοδοξία. Ὄχι, πρῶτα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Κι ἄν σώθηκε ὁ Ἑλληνισμός ἀπό τήν Ὀρθοδοξία σώθηκε καί τούς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους οἱ ὀρθόδοξοι μοναχοί τούς διέσωσαν. Οἱ μοναχοί τά ἀντέγραφαν, γιατί οἱ Φράγκοι τά κατέστρεφαν. Μέχρι καί Ἀριστοφάνη εἶχαν ἀντιγράψει, γιατί ἤξεραν ὅτι ἔχει μιά ἀξία καί ὁ Ἀριστοφάνης. Ἀλλά ὁ ἀληθινός μας πλοῦτος δέν εἶναι ὁ Ἑλληνισμός, εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Καί στό διαδίκτυο ἔχω προσέξει πόσο ἀσχολοῦνται οἱ ἄνθρωποι μέ τόν Ἑλληνισμό… Ἐντάξει, ἀλλά πρῶτα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες γίναμε ὀρθόδοξοι, τότε μεγαλουργήσαμε πραγματικά. Τότε φτιάξαμε τό λεγόμενο «Βυζάντιο» – τό σωστό ὄνομα εἶναι Ρωμανία. Καί πάλι ἔτσι θά μεγαλουργήσουμε, ὄχι μέ τούς ἀρχαίους Ἕλληνες. Τούς ἀρχαίους Ἕλληνες ξέρετε ποιοί μᾶς τούς ἔφεραν; Ἡ Δύση…. μέ τόν λεγόμενο Διαφωτισμό, πού οὐσιαστικά εἶναι διασκοτισμός καί νέκρωση, πού σήμερα προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά μᾶς ἐξαφανίσει.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. : Οἱ Ἅγιοι ξέρετε τί λένε; Γιατί μᾶς ἔρχεται ἡ πείνα; Γιατί σπαταλᾶμε καί πετᾶμε. Δέν ἐπιτρέπεται νά πετᾶμε καί νά σπαταλᾶμε. Τόσοι φτωχοί ὑπάρχουν, τόσοι ἄνθρωποι πού στεροῦνται καί τό ἐλάχιστο, ψάχνουν μέσα στά σκουπίδια… Καί ἐσύ πετᾶς; Ὁ π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ἔλεγε: σπίτι πού κάνει προσευχή στό τραπέζι πρίν καί μετά τό φαγητό καί πού δέν σπαταλάει, δέν θά τοῦ λείψει τίποτα ἀπό τά βασικά. Ἐμεῖς οὔτε προσευχή στό τραπέζι κάνουμε καί λεγόμαστε καί χριστιανοί… ἕναν σταυρό κάνουμε καί μόνο ἄν δέν εἴμαστε σέ δημόσιο χῶρο.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...