ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

«Ἡ ἀλήθεια, τό ψέμα καί ἡ δολιότητα» Γεροντικό, Κεφ. 47, Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Ἡ ἀλήθεια, τό ψέμα καί ἡ δολιότητα»
Σήμερα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ θά ἀσχοληθοῦμε μέ τό θέμα: «Ἀλήθεια, ψεῦδος καί δολιότητα». Ὅλοι γνωρίζουμε, ἀπό μικρά παιδιά, ὅτι δέν πρέπει νά λέμε ψέματα, ἀλλά νά εἴμαστε πάντοτε ἀληθινοί στόν λόγο μας. Λέει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στήν Παλαιά Διαθήκη στίς Παροιμίες τοῦ Σολομῶντος: «δύο πράγματα ζητάω: νά μήν μοῦ ἀφαιρέσει τήν χάρη Του πρίν πεθάνω καί νά ἀπομακρύνει ἀπό μένα τόν μάταιο, τόν ἀργό λόγο καί τό ψέμα» (Παρ. 30,7-8). Ἀπό ἐδῶ καταλαβαίνουμε ὅτι εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ νά ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος τελείως ἀπό τό ψέμα καί τόν ἀργό λόγο. Ἀργός θά πεῖ μάταιος λόγος, πού δέν εἶναι γιά τόν Θεό. Ἀργός λόγος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος δέν ἔχει ἀναφορά στόν Χριστό καί στή σωτηρία μας. Εἶναι, αὐτό πού λέμε, κούφια λόγια, πού δέν βοηθοῦν σέ τίποτε. Καί αὐτό πού δέν βοηθάει στή σωτηρία τελικά εἶναι ἐμπόδιο, ἐμποδίζει τήν σωτηρία. Λέει κάπου ὁ Χριστός μας «αὐτός πού δέν εἶναι μαζί Μου, εἶναι ἐναντίον Μου καί αὐτός πού δέν μαζεύει μαζί μέ Μένα, σκορπίζει» (Ματθ. 12,30). Ὅταν, λοιπόν, λέμε λόγια ἤ κάνουμε κάτι τό ὁποῖο δέν εἶναι γιά τόν Χριστό καί δέν εἶναι μέ τόν Χριστό, εἶναι κάτι τό ὁποῖο εἶναι δαιμονικό. Σκορπίζει, λέει, αὐτός πού δέν μαζεύει μαζί Μου, αὐτός πού δέν λέει τά δικά Μου λόγια. Ἀργός λόγος ἑπομένως εἶναι αὐτός πού δέν εἶναι πρός σωτηρία. Ρώτησαν ἕναν Γέροντα: – Τί εἶναι ἀργός λόγος, τί εἶναι ματαιότης; Καί εἶπε – Ὅ,τι εἶναι κάτω ἀπό τόν οὐρανό.

Αὐτά παρακαλεῖ ὁ Παροιμιαστής νά μᾶς τά πάρει ὁ Θεός, νά μήν ἔχουμε οὔτε ἀργό λόγο οὔτε ψέμα. «Γιατί εἶναι βδελυκτά καί σιχαμερά στόν Κύριο τά χείλη πού ψεύδονται», συνεχίζει ὁ Παροιμιαστής. Τά ἀηδιάζει ὁ Θεός, τά βδελύσσεται τά χείλη πού λένε ψέματα. Ἐνῶ, ὅποιος φέρεται μέ εἰλικρίνεια, εἶναι δεκτός ἀπό τόν Κύριο. Θυμηθεῖτε αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας «Ἐγώ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Ἡ Ἀλήθεια δέν εἶναι μιά ἰδέα… δέν εἶναι κάτι… μιά σωστή πρόταση θά λέγαμε… ἀλλά ἡ Ἀλήθεια εἶναι ἕνα πρόσωπο, εἶναι ὁ Χριστός. Ὅποιος λοιπόν λαλεῖ ἀληθινά, λέει ἀληθινά πράγματα, εἶναι μέ τήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός. Εἶναι μέσα στήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός.
Τό ψέμα ἀντίθετα εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Χριστό. Εἶναι κάτι πού καταστρέφει τόν ἄνθρωπο καί τόν ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ἀπώλεια. Καί ποιός εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ ψεύδους; Μᾶς τό λέει πάλι ὁ Χριστός μας ὅτι εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι καί «πατέρας τοῦ ψεύδους» (Ἰω. 8,44). Καί ὅποιος λέει ψέματα, οὐσιαστικά πηγαίνει μέ τήν μεριά τοῦ πονηροῦ.
Ἀκόμα, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ὅτι «τό ψέμα γεννιέται ἀπό τήν πολυλογία καί ἀπό τήν εὐτραπελία». Εὐτραπελία θά πεῖ νά λέει κανείς ἀνέκδοτα, εὐτράπελα, πράγματα τά ὁποῖα προκαλοῦν τόν γέλωτα, τά γέλια. Ἀπό αὐτή τήν ἐπιθυμία νά ἐντυπωσιάσουμε, νά ἀρέσουμε, νά προκαλέσουμε εὐθυμία, γέλιο, στούς ἄλλους καί ἀπό τά πολλά λόγια γεννιέται τό ψέμα. Πόσες φορές ἔτσι γιά νά δημιουργηθεῖ δῆθεν μιά εὐχάριστη ἀτμόσφαιρα, λένε ψέματα, ὑπερβάλλουν; Ἡ ὑπερβολή εἶναι ἕνα ψέμα. Ἤ στήν ἀλήθεια προσθέτουν καί δικά τους πράγματα πού δέν εἶναι ἀληθινά.
«Ὑπάρχουν», λέει ὁ Ἅγιος Δωρόθεος, «τρεῖς τρόποι γιά νά πεῖ κανείς ψέματα. Ὁ ἕνας εἶναι νά πεῖ ψέματα μέ τόν νοῦ του». Δέν εἶναι ψέμα μόνο αὐτό πού λέμε μέ τήν γλῶσσα, μπορεῖ νά λέει κανείς ψέματα καί μέ τόν νοῦ καί θά μᾶς ἐξηγήσει τί θά πεῖ αὐτό. «Ἄλλος νά λέει ψέματα μέ τά λόγια καί ὁ τρίτος τρόπος εἶναι νά ψεύδεται κανείς μ’ ὅλη του τή ζωή», νά εἶναι ἕνας ὑποκριτής, ἄλλο νά εἶναι στήν πραγματικότητα καί ἄλλο νά δείχνει ὅτι εἶναι. Ἐνῶ εἶναι ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, νά φαίνεται ὅτι εἶναι ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας. Νά πηγαίνει νά ἐκκλησιάζεται τήν Κυριακή… ἐνδεχομένως καί νά ἐξομολογεῖται καμιά φορά, ἀλλά ἡ ζωή του νά εἶναι κακή, νά εἶναι διεφθαρμένη, νά εἶναι πονηρή. Ἔλεγε ἕνας ἱεροκήρυκας, ὁ μακαριστός Δημήτριος Παναγόπουλος, πάει, λέει, ἐξομολογεῖται ἀλλά τήν φιλενάδα δέν τήν ἀφήνει. Δέν ἀλλάζει δηλαδή ζωή. Αὐτό εἶναι ψέμα, εἶναι ὑποκρισία. Ἀπ’ τή μιά δείχνεις ὅτι εἶσαι τοῦ Χριστοῦ καί ἀπ’ τήν ἄλλη, στήν πράξη, δέν εἶσαι. Εἶναι ψέμα μέ τή ζωή, μέ ὅλη σου τή ζωή ψεύδεσαι.
Αὐτός πού λέει ψέματα μέ τά λόγια, τό καταλαβαίνουμε. Αὐτός τώρα πού λέει ψέματα μέ τόν νοῦ του, ποιός εἶναι; Πῶς μπορεῖς νά πεῖς ψέματα μέ τόν νοῦ σου, μέ τήν σκέψη σου δηλαδή; Ὅταν βασίζεσαι καί δέχεσαι ὑπόνοιες, ὑποψίες. Ὑποψιάζομαι ὅτι ὁ τάδε εἶναι κλέφτης. Ποῦ τό ξέρεις; Καί τό δέχεσαι κιόλας… Αὐτός δέχεται ὑπόνοιες… Ἡ σύζυγος, ἄς ποῦμε, γιά τόν σύζυγο ὅτι δέν εἶναι πιστός ἀπέναντί της.. μιά ὑπόνοια. Αὐτό εἶναι ψέμα στόν νοῦ. Μπορεῖ νά μή λέει τίποτα μέ τά λόγια ἀλλά τό λέει μέσα της. Καί μ’ αὐτό τόν τρόπο λοιπόν ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά πέσει σέ μίσος. Ἀπό τό ψέμα πού δέχεται στόν νοῦ του νά μισήσει ἡ σύζυγος τόν σύζυγο, μόνο πού ὑποψιάζεται. Μπορεῖ νά πέσει ἐπίσης σέ ὑπερβολή, σέ παραπληροφόρηση. Ἔχουμε τέτοια περιστατικά πού λόγω τῶν ὑπονοιῶν ὁ ἄνθρωπος φαντάζεται τόσο ζωντανά αὐτό πού ὑποψιάζεται, ὥστε νομίζει ὅτι εἶναι πραγματικότητα, ἐνῶ δέν εἶναι τίποτε. Ἐνῶ συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό, ἐκεῖνος ἐπειδή ἔχει τό ψέμα μέσα στόν νοῦ του, βλέπει ἄλλα ἀπό αὐτά πού εἶναι στήν πραγματικότητα. Καί αὐτό βέβαια τό ἐκμεταλλεύεται καί ὁ διάβολος.
Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό. Λέει στό Γεροντικό γιά ἕναν μοναχό πού δεχόταν τέτοιες ὑποψίες. Ἦταν ἔτσι λίγο σκοτάδι, ἀπόγευμα, καί βρέθηκε σ’ ἕναν τόπο καί εἶδε δύο ἀνθρώπους νά εἶναι ὑποτίθεται ἀγκαλιασμένοι καί νά ἀσχημονοῦν. Καί τόσο δέν τούς ἄντεξε -ἄς ποῦμε- πού πῆγε κοντά τους νά τούς πεῖ ἐπιτέλους σταματῆστε!… Πῆγε ὅμως κοντά καί τί ἦταν; Ἦταν δύο δεμάτια ἀπό στάχυα, τά ὁποῖα τά εἶχαν βάλει ὄρθια καί τό ἕνα στήριζε τό ἄλλο καί αὐτός νόμιζε ὅτι εἶναι ἄνθρωποι καί ἁμαρτάνουν. Τόσο δηλαδή κανείς, ἅμα δέν προσέχει καί δέχεται ὁτιδήποτε ὑπόνοιες μπαίνουν στό μυαλό του, μπορεῖ νά σφάλλει καί νά πέσει σέ πλάνες, φοβερές πλάνες. Καί νά φτάσει καί σέ κατακρίσεις καί νά διαλυθοῦν φιλίες, νά διαλυθοῦν οἰκογένειες… Δέν γίνονται αὐτά ἀπό τίς ὑπόνοιες καί τίς ὑποψίες; Καί ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ ἕναν κόσμο τελείως φανταστικό, τελείως ψεύτικο… βασανίζεται καί ὁ ἴδιος, βασανίζει καί τούς ἄλλους.
Αὐτός πού βρῆκε πρῶτος τό ψεῦδος εἶναι ὁ διάβολος. Τό ψέμα εἶναι ὁπωσδήποτε πάθος, εἶναι κακή συνήθεια καί θά πρέπει κανείς νά τό ἐντοπίζει στή ζωή του καί ὁπωσδήποτε νά τό σταματάει. Ποτέ δέν πρόκειται, αὐτός πού λέγει ψέματα, νά προκόψει οὔτε πνευματικά οὔτε καί σ’ αὐτή τή ζωή.
Θά σᾶς διαβάσω μερικά ἀπό τό Γεροντικό. Ἔλεγε ἕνας μοναχός ἀπό τούς παλαιούς Πατέρες «Τί σημαίνει μοναχός;». Καί ὅταν σᾶς λέω γιά τόν μοναχισμό καί τήν μοναχική ζωή, μή νομίζετε ὅτι τά λέω μόνο γιά τούς μοναχούς. Πρέπει νά τό ξέρουμε αὐτό, ὅτι ὁ μοναχός καί ὁ μοναχισμός δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ὁ χριστιανισμός. Ὁ μοναχισμός εἶναι ἡ σωστή χριστιανική ζωή. Δέν εἶναι ὁ μοναχισμός κάτι ἐξωγήινο, κάτι ἐξωπραγματικό, κάτι πού δέν εἶναι σέ μᾶς, δέν ἀφορᾶ σέ μᾶς. Λέει κάπου ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ὅτι «φῶς γιά τούς κοσμικούς εἶναι οἱ μοναχοί». Δηλαδή, ἄν θέλει κανείς νά δεῖ πῶς πρέπει νά ζεῖ ἀπό ἐσᾶς πού ζεῖτε μέσα στόν κόσμο, θά πρέπει νά δεῖτε πῶς ζεῖ ἕνας μοναχός, ἕνας καλός μοναχός. «Καί φῶς τῶν μοναχῶν», λέει, «εἶναι οἱ ἄγγελοι». Ὁ μοναχός προσπαθεῖ νά μιμηθεῖ τούς ἀγγέλους. «Καί φῶς τῶν ἀγγέλων εἶναι ὁ Θεός». Ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀλληλοδιαδοχική θά λέγαμε φωτοδοσία καί φώτιση.
Ἕνας μοναχός τί κάνει; Προσπαθεῖ νά τηρήσει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἁπλῶς δίνει κάτι περισσότερο στόν Θεό, πού δέν εἶναι ἐντολή ἀλλά εἶναι ἕνα δῶρο. Δίνει ἄς ποῦμε τήν παρθενία. Ὁ Χριστός δέν ζητάει τήν παρθενία ἀπό ὅλους. Ἐπιτρέπεται ὁ γάμος καί εἶναι καί εὐλογημένος. Ὁ μοναχός ἀποφασίζει νά μήν κάνει γάμο. Σ’ αὐτό μόνο διαφέρει ἀπό τούς κοσμικούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν γάμο. Ἐπίσης δίνει στόν Θεό τήν ἀκτημοσύνη, δηλαδή ἀποτάσσεται ὁποιαδήποτε περιουσία. Λέει, ἐγώ γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ δέν θέλω νά ἔχω τίποτα. Κι ἄν ἔχει κάτι, ὅταν πάει στό μοναστήρι, τό δίνει στό μοναστήρι. Αὐτό δέν τό ζητάει ὁ Χριστός ἀπό ὅλους. Εἶναι κάτι πάνω ἀπό τίς ἐντολές. Ὁ Χριστός ζητάει ἀπό ἐμᾶς νά ἔχουμε αὐτάρκεια. Νά μή θέλουμε νά γίνουμε πλούσιοι. Αὐτό τό ζητάει ἀπό ὅλους, γι’ αὐτό λέει «μακάριοι οἱ πτωχοί» (Λουκ. 6,20). Εἶναι μακάριοι, λέει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, οἱ φτωχοί. Μή ζητᾶς νά γίνεις πλούσιος. Νά χαίρεσαι πού εἶσαι φτωχός, γιατί ὅποιος εἶναι φτωχός βοηθιέται πιό πολύ στό ν’ ἀνέβει στόν οὐρανό. Ἐνῶ οἱ πλούσιοι, λέει ὁ Χριστός, πολύ δύσκολα θά μποῦν στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Λουκ. 18,24), γιατί ἀντί νά ἐμπιστεύονται στόν Χριστό, ἐμπιστεύονται στά χρήματα πού ἔχουν καί κολλάει ἐκεῖ ὁ νοῦς τους. Ὁ μοναχός κάνει ἀκόμα ἕνα δῶρο στόν Θεό τήν ὑπακοή, τήν πλήρη ὑπακοή. Δέν ἔχει καθόλου δικό του θέλημα καί σέ καθετί ρωτάει τόν Γέροντά του. Αὐτό σέ σᾶς στόν κόσμο δέν μπορεῖ νά γίνει ἔτσι, σ’ αὐτό τόν βαθμό, ἀλλά κι ἐσεῖς ὀφείλετε νά ἔχετε ὑπακοή στόν πνευματικό σας ὁδηγό, στόν πνευματικό σας πατέρα, στόν ἐξομολόγο σας, ὅπως λέμε στήν γλῶσσα μας τήν ἁπλή, καί ὁ ἕνας στόν ἄλλον. Αὐτό εἶναι ἐντολή νά κάνουμε ὑπακοή ὁ ἕνας στόν ἄλλον, φυσικά ἐκτός ἁμαρτίας. Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «Ὑπακούετε ἀλλήλοις», ὁ σύζυγος στή σύζυγο, ἡ σύζυγος στόν σύζυγο. Νά κόβουμε τό θέλημά μας ἀπό ἀγάπη στό θέλημα τοῦ ἄλλου.
Ἀλλά ὅλα τά ἄλλα πού κάνει ὁ μοναχός, πού προσεύχεται, πού προσπαθεῖ νά τηρεῖ τίς ἐντολές τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρητικότητας, τῆς πραότητας, τῆς ἐλεημοσύνης… ὅλα αὐτά πρέπει νά τά κάνει καί ἕνας πού εἶναι στόν κόσμο. Δέν ὑπάρχει διαφορά. Γι’ αὐτό, ὅταν ἀκοῦτε μοναχός καί μοναχισμός, νά σκέφτεστε χριστιανός καί χριστιανισμός. Ὅ,τι ζητάει ὁ Χριστός ἀπό ἕναν καλό μοναχό, ζητάει καί ἀπό ἕναν καλό χριστιανό. Δέν ἔχει διαφορά. Δέν δικαιολογεῖται, δηλαδή, νά πεῖ κάποιος ̔ἐγώ ζῶ στόν κόσμο, δέν γίνεται νά μήν κάνω ἁμαρτίεςʾ. Πῶς δέν γίνεται! Γιατί καί μιά ἁμαρτία νά κάνεις καί νά λές ὅτι δέν πειράζει, αὐτή σέ πάει στήν κόλαση. Λέει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος «ἄν ὅλα τά τηρήσεις καί ἕνα δέν τηρήσεις – καί δέν μετανοήσεις καί πεῖς δέν πειράζει δέν θά τό τηρήσω αὐτό – εἶναι σάν νά μήν τήρησες τίποτα» (Ἰακ. 2,10). Ὅλες οἱ ἀρετές εἶναι σάν μιά ἀλυσίδα. Ἄν ἀνοίξεις τόν ἕναν κρίκο σέ μιά ἀλυσίδα, λειτουργεῖ μετά ἡ ἀλυσίδα; Δέν λειτουργεῖ, εἶναι ἄχρηστη. Ἔτσι εἶναι καί οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός μας, ὅταν ἔστειλε τούς ἁγίους Ἀποστόλους, τούς εἶπε πηγαίνετε νά μαθητεύσετε ὅλα τά ἔθνη, δηλαδή νά διδάξετε ὅλους τούς λαούς «τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν (Ματθ. 28,20), νά τηροῦν ὅλα ὅσα σᾶς εἶπα. Ὄχι μερικές ἐντολές καί οἱ ὑπόλοιπες -ὅπως λένε μερικοί- εἶναι γιά τούς καλογήρους. Ὄχι! Ὅλες οἱ ἐντολές εἶναι γιά ὅλους ὑποχρεωτικές. Τά ἄλλα τά τρία πού εἴπαμε, ἡ ἀγαμία δηλαδή, ἡ ἀκτημοσύνη καί ἡ πλήρης καί τελεία ὑπακοή, εἶναι γιά τούς μοναχούς. Ἀλλά ὅλα τά ἄλλα πρέπει νά τά κάνουμε ὅλοι.
Γι’ αὐτό ἔχει σημασία νά μελετᾶμε καί τή ζωή καί τούς βίους καί τά συναξάρια καί τά κείμενα τῶν ἁγίων ἀσκητῶν καί μοναχῶν, γιατί ἐκεῖ μέσα βρίσκουμε τόν ὀρθό τρόπο καί τῆς δικῆς μας ζωῆς. Κοιτάξτε τώρα αὐτός ὁ μοναχός λέει: Τί σημαίνει μοναχός; Ἐμεῖς θά ποῦμε: Τί σημαίνει καλός χριστιανός; «Σημαίνει στόμα ἀληθινό», πού λέει τήν ἀλήθεια, «σῶμα ἅγιο», σῶμα δηλαδή καθαρό ἀπό ἁμαρτίες, «καί καρδιά καθαρή». Καί τό σῶμα νά εἶναι καθαρό καί ἡ καρδιά. Ὅταν λέει καρδιά ἐννοεῖ γενικότερα τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο, τήν ψυχή πού λέμε. Ψυχή καθαρή, σῶμα καθαρό καί στόμα ἀληθινό.
«Τό ψέμα εἶναι χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἔλεγε ἕνας ἄλλος Πατέρας, ἡ ἀλήθεια εἶναι τό ἀναγεννημένο μέ τό αἷμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ». Ποιός εἶναι ὁ παλαιός ἄνθρωπος; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ξεντυθήκαμε στό βάφτισμα. Καί ποιός εἶναι ὁ καινούργιος ἄνθρωπος; Εἶναι αὐτός πού ντυθήκαμε στό βάφτισμα. Καί δέν εἶναι ἄλλος αὐτός παρά ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό, ὅταν κάνουμε βάπτιση, ψάλλουμε «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Ξεντυθήκατε τόν παλιό ἄνθρωπο, τήν ἁμαρτία, τά πάθη καί ντυθήκατε τόν νέο. «Ρίζα κάθε καλοῦ ἔργου ὀνομάζεται ἡ ἀλήθεια καί τό ψεῦδος θάνατος». Ὅταν φεύγεις ἀπό τήν ἀλήθεια, φεύγεις ἀπό τή ζωή καί πᾶς στόν θάνατο, στό ψεῦδος. Γι’ αὐτό καί ὁ διάβολος λέγεται πνεῦμα νεκροποιοῦν, εἶναι πνεῦμα τό ὁποῖο νεκρώνει καί εἶναι τό πνεῦμα τοῦ ψεύδους. Ὅποιος, λοιπόν, λέει ψέματα, πηγαίνει μ’ αὐτό τό πνεῦμα πού φέρνει τήν νέκρωση, τόν θάνατο καί πεθαίνει πνευματικά.
«Ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας ὁ ἀναχωρητής δίνει τήν ἀκόλουθη ὀρθή συμβουλή: «Μή συνηθίζεις νά συζητᾶς γιά πράγματα, πού δέν εἶδες μέ τά ἴδια σου τά μάτια καί νά μήν μιλᾶς γι’ αὐτά σάν νά τά ἔχεις δεῖ», ὁπότε λές ψέματα. Ἀφοῦ δέν ἔχεις δεῖ κάτι, γιατί λές: ἔτσι εἶναι; Ποῦ τό ξέρεις; Ἐπειδή τό ἄκουσες; Λέει καί ἡ παροιμία τοῦ λαοῦ: ἀπό ὅσα βλέπεις νά πιστεύεις τά μισά καί ἀπό ὅσα ἀκοῦς νά μήν πιστεύεις τίποτα… ὁ σοφός λαός μας. Καί ἀπό αὐτά πού βλέπεις μέ τά ἴδια σου τά μάτια πάλι νά βάζεις ἕνα ἐρωτηματικό: Βλέπω καλά; Γιατί μπαίνει καί ἡ παγίδα τοῦ διαβόλου. Νά σᾶς πῶ πάλι ἕνα παράδειγμα. Ἦταν δύο ἀδελφοί, μοναχοί -πνευματικοί ἀδελφοί- καί ὁ διάβολος γιά νά τούς πειράξει νά μαλώσουν, τί ἔκανε; Ἔφερε ἕνα πουλί ἔξω ἀπ’ τό παράθυρο καί ἔκανε, ἔτσι, ὥστε ὁ ἕνας νά τό βλέπει ἄσπρο καί ὁ ἄλλος μαῦρο. Καί ἔλεγε ὁ ἕνας: βλέπεις αὐτό τό ἄσπρο πουλί; Δέν εἶναι ἄσπρο, μαῦρο εἶναι. Τί λές; Ἄσπρο εἶναι. Ὄχι, μαῦρο. Ὄχι, ἄσπρο… καί τσακώθηκαν. Γιά νά τούς πειράξει βέβαια ὁ διάβολος, φαίνεται ὑπῆρχε καί κάποια πόρτα ἀνοιχτή, γιά νά ἔχει πρόσβαση ἐκεῖ, νά πάρει δικαίωμα ἀπό τόν Χριστό. Γιατί δέν μᾶς πειράζει ὁ διάβολος καί δέν ἀφήνει ὁ Χριστός νά πειραστοῦμε, ἐάν κι ἐμεῖς δέν ἔχουμε δώσει κάποια δικαιώματα νά μᾶς φέρει σέ τέτοια κατάσταση πλάνης, ὅπως ἔφερε αὐτούς, νά μᾶς διαστρέψει δηλαδή τά μάτια. Ἕνας πού εἶναι ταπεινός, ὅταν τοῦ πεῖ ὁ ἄλλος ὅτι εἶναι ἄσπρο, ἄς ποῦμε, θά πεῖ ἐντάξει, σταματάω.. Δέν θά συνεχίσει νά μαλώνει. Φαίνεται αὐτοί εἶχαν δώσει κάποια δικαιώματα καί ἔφτασαν καί μέχρι τό μάλωμα. Πολύ, λοιπόν, προσοχή, λέει ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας, νά μή μιλᾶς γιά πράγματα πού δέν ἔχεις δεῖ σάν νά τά ἔχεις δεῖ. Προσέξτε, εἶναι πολύ πρακτικό αὐτό. Πόσες παρεξηγήσεις δέν γίνονται, πόσοι τσακωμοί, πόσα μίση ἐξαιτίας αὐτῶν τῶν πραγμάτων;
Λέει μετά ἐπίσης «μή βεβαιώνεις μὲ πεποίθηση ἐκεῖνα, πού ἔχεις μόνο ἀκούσει». Τό ἄκουσες. Μή λές ὅτι εἶναι ἔτσι. Τό ἄκουσες, μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ἔτσι. Πόσα πράγματα πού ἀκούγονται δέν εἶναι ἀληθινά; «Συνήθιζε τὴ γλῶσσα σου» συνεχίζει ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας, «νά λέει πάντα ἀλήθεια». Προσέξτε αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό «τό ψέμα γεννιέται συχνά ἀπό τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε στούς ἀνθρώπους κι ἀπομακρύνει ἀπό τήν ψυχή τόν φόβο τοῦ Θεοῦ». Ἕνας πού λέει ψέματα, ἀπομακρύνεται ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, χάνει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ἀποδεικνύεται ἀθεόφοβος. Ἕνας πού λέει ψέματα σημαίνει πώς δέν λογαριάζει τόν Θεό, πού λέει ποτέ νά μήν λέτε ψέματα, πάντα τήν ἀλήθεια. Καί ἀπό ποῦ γεννιέται τό ψέμα, λέει ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας; Ἀπό τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε στούς ἄλλους, ἀπό τήν ἀνθρωπαρέσκεια, τήν κενοδοξία. Θέλουμε νά ἐντυπωσιάσουμε τούς ἄλλους; Ὑπερβάλλουμε. Θέλουμε νά τούς ποῦμε αὐτά πού τούς ἀρέσουνε; Λέμε ψέματα. Θέλουμε νά τούς κολακεύσουμε; Λέμε ψέματα. Ἀπό πίσω κρύβεται αὐτό τό κορυφαῖο πάθος τῆς φιλοδοξίας. Δέν μᾶς νοιάζει ὁ ἄλλος. Ὁ ἑαυτός μας μᾶς νοιάζει καί θέλουμε ν’ ἀνέβουμε, ν’ ἀρέσουμε στόν ἄλλον γιά ἴδιον ὤφελος, γιά νά ὠφεληθοῦμε ἐμεῖς κάτι πού ἔχουμε στόν νοῦ μας καί χρησιμοποιοῦμε τό ψέμα. Φοβερό πράγμα! Οὐσιαστικά γεμίζεις μέ τό πονηρό πνεῦμα καί τί κερδίζεις; Τίποτα. Καί τόν ἄλλον τόν βάζεις σέ πειρασμό μέ τίς κολακίες καί τά ψέματα πού τοῦ λές καί φυσικά κι ἐσύ ἔχεις χάσει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ.
«Τό στόμα τοῦ ταπεινόφρονος λέγει πάντοτε ἀλήθεια, γράφει κι ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος ὁ ἀσκητής». Ὁ ταπεινός ἔχει μηδενική ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. Ὅτι ʿἐγώ δέν εἶμαι τίποτα, δέν ἀξίζω τίποτα, εἶμαι χειρότερος ἀπ’ ὅλους… Ἄραγε θά σωθῶ; Ἄς προσπαθήσω τουλάχιστον νά κάνω ἔστω τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, νά μήν λέω ψέματα᾽. Δέν ξέρεις κάτι ἄν εἶναι ἀλήθεια; Μήν τό λές. Μήν λές ὅτι εἶναι ἀλήθεια. Σιώπα καλύτερα. Κι ἄν εἶσαι βέβαιος ὅτι δέν εἶναι ἀλήθεια, φυσικά δέν θά πεῖς ποτέ ὅτι εἶναι ἀλήθεια.
«Όποιος ἀντιλέγει στήν ἀλήθεια, παίρνει τή θέση τοῦ δούλου, πού ράπισε τό Κύριο». Προσέξτε τί λέει ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος! Θυμάστε στή δίκη τοῦ Χριστοῦ μας, ἐκεῖ πού ἦταν μπροστά στούς ἀρχιερεῖς, ἕνας δοῦλος καί ἐράπισε τόν Κύριο… καί τοῦ λέει: ἔτσι ἀποκρίνεσαι στόν ἀρχιερέα; Καί ὁ ταπεινός Κύριος τοῦ λέει: «Εἶπα κάτι κακό; Ἄν εἶπα κάτι κακό, πές μου τί κακό εἶπα. Ἄν εἶπα κάτι σωστό καί ἀληθινό γιατί μέ χτυπᾶς;» (Ἰω. 18,23). Ἀλλά ἐκεῖνος προφανῶς ἐράπισε τόν Κύριο γιά νά ἀρέσει στούς ἀρχιερεῖς, νά κάνει τόν καλό. Κάθε ψέμα πού λέμε εἶναι ἕνα ράπισμα στόν Χριστό. Φοβερό δέν εἶναι αὐτό;! Κι ἀπ’ τήν ἄλλη λέμε ὅτι ἀγαπᾶμε τόν Χριστό. Πῶς Τόν ἀγαπᾶς, ἀφοῦ Τόν ραπίζεις γιά ν’ ἀρέσεις στούς ἀνθρώπους τοῦ σκότους, σ’ αὐτούς πού δικάζουν καί καταδικάζουν τόν Χριστό κάθε στιγμή μέ τά λόγια τους καί μέ τή ζωή τους;
«Ἀφότου ἔγινα μοναχός», ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ἀμμοῦν, «λόγος ψευδής δέν βγῆκε ἀπ’ τό στόμα μου». Πολύ σπουδαῖο! Γιατί, πόσο εὔκολα ἡ γλῶσσα ξεφεύγει; Πολλοί μάλιστα τό λένε καί στήν ἐξομολόγηση, πάτερ, δέν καταλαβαίνω πῶς τό λέω… φεύγει τό ψέμα στή ροή τοῦ λόγου καί δέν τό συνειδητοποιῶ κἄν.
«Αὐτά τά τρία ἀπαιτεῖ ὁ Θεός ἀπό κάθε ἄνθρωπο πού ἔχει λάβει τό Ἅγιο Πνεῦμα: πίστη ὀρθή στήν ψυχή, ἀλήθεια στή γλώσσα καί σωφροσύνη στό σῶμα», λέει πάλι ἕνας ἅγιος στό Γεροντικό. Αὐτά τά ἀπαιτεῖ ὁ Θεός ἀπό ὅλους. Εἶναι, θά λέγαμε, πολύ βασικά, γιά νά πιάσουμε τή βάση, νά περάσουμε τίς ἐξετάσεις. Πίστη ὀρθή: νά εἶσαι ὀρθόδοξος, νά πιστεύεις σωστά καί ὄχι μόνο θεωρητικά. Αὐτά πού λέμε στό Πιστεύω νά τά πιστεύεις καί νά τά ὁμολογεῖς καί στή ζωή σου. Αὐτό σημαίνει πιστεύω ὀρθά. Νά ἐμπιστεύομαι ὅλη μου τή ζωή στόν Χριστό, νά παίρνω ὁδηγό τῆς ζωῆς μου τόν Χριστό καί τίς ἐντολές Του ὡς ὁδηγίες γιά τή ζωή μου. Μπορεῖ στόν κόσμο νά ἔχουν ἀκριβῶς ἀντίθετες ὁδηγίες καί ἔχουν. Ὅλες οἱ ὁδηγίες τοῦ κόσμου εἶναι ἀντίθετες μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ γιά τή ζωή μας. Ἄν πάρετε μία-μία τίς ὁδηγίες πού λέει ὁ κόσμος θά δεῖτε ὅτι εἶναι ἀκριβῶς ἀντίθετες ἀπό αὐτά πού λέει ὁ Χριστός. Ἐσύ δέν πρέπει νά ἐνοχλεῖσαι καί νά πάσχεις καί νά σέ νοιάζει τί λέει ὁ κόσμος. Μπορεῖ νά φανεῖς πώς εἶσαι μόνος σου. Ἄς εἶσαι μόνος σου. Θά πεῖς: ἐγώ παίρνω ὁδηγό τόν Χριστό. Τότε εἴμαστε πιστοί.
Βλέπετε ἡ λέξη πίστη χρησιμοποιεῖται καί στόν γάμο. Λέμε νά εἶναι πιστός σύζυγος. Ἡ ἴδια λέξη εἶναι καί γιά τόν χριστιανό. Γιατί; Γιατί καί ὁ χριστιανός ἔχει κάνει γάμο μέ τόν Χριστό καί ἡ ψυχή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅπως ὁ σύζυγος πρέπει νά εἶναι πιστός στή σύζυγο καί ἀντιστρόφως γιά νά ὑπάρχει ὁ γάμος, νά μή διαλύεται ὁ γάμος, ἔτσι καί ὁ χριστιανός πρέπει νά εἶναι πιστός στόν Χριστό, ἡ νύμφη ψυχή πιστή στόν νυμφίο, ἀλλιῶς διαλύεται ἡ σχέση μέ τόν Χριστό. Ὅπως λένε πολλοί «καί ἐγώ χριστιανός εἶμαι, ἄσχετα πού δέν πάω στήν Ἐκκλησία… καί ἐγώ πιστεύω..». Δέν πιστεύει, γιατί ἡ ζωή του δέν εἶναι μέ βάση αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, κάνει τά θελήματά του. Μπορεῖ νά πάει καί καμιά φορά στόν πνευματικό, ἀλλά, ὅταν τοῦ πεῖ ὁ πνευματικός κάτι πού δέν τοῦ ἀρέσει, δέν τό κάνει, κάνει τό δικό του. Πόσοι ἄνθρωποι, ἄς ποῦμε, τούς λέει ὁ πνευματικός δέν κάνει νά χωρίσετε καί χωρίζουν. Λέει, ἐγώ δέν ἀντέχω.. δέν μπορῶ… ποιός πνευματικός θά σοῦ πεῖ νά χωρήσεις… καί κάνουν τό δικό τους. Εἶναι πιστοί; Δέν εἶναι κι ἄς ἐξομολογοῦνται. Κάνουν τό δικό τους θέλημα. Ὁ Χριστός λοιπόν ἀπαιτεῖ πρῶτον πίστη ὀρθή πού ἔχει ἐφαρμογή στή ζωή, συνέπεια στή ζωή. Ἕνας πού πιστεύει ἔτσι ὅπως εἴπαμε, θά εἶναι σάν τή μύγα μέσα στό γάλα στόν κόσμο, δακτυλοδεικτούμενος, γιατί «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ἰω. 5,19) καί δέν ἔχει ὡς ὁδηγό τόν Χριστό, ἀλλά τόν διάβολο, τόν πατέρα τοῦ ψεύδους.
Τό δεύτερο, ἀπαιτεῖ ὁ Χριστός ἀπό ὅλους μας νά ἔχουμε ἀλήθεια στήν γλῶσσα, ποτέ νά μή λέμε ψέματα καί τρίτον νά ἔχουμε σωφροσύνη στό σῶμα. Τί θά πεῖ σωφροσύνη τώρα; Ἡ σωφροσύνη εἶναι ἡ καθαρότητα, ἡ ἁγνότητα. Στούς ἀγάμους εἶναι ἡ ἀγαμία καί στούς ἐγγάμους τό νά μένει κανείς πιστός στόν γάμο καί νά εἶναι σώφρων, νά ζεῖ δηλαδή τόν γάμο ὡς μία σχέση ἀνάλογη μέ τή σχέση πού ἔχει ὁ Χριστός μέ τήν Ἐκκλησία, γιατί τό λέει ὁ Ἀπόστολος «τό μυστήριο τοῦτο μέγα ἐστί ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5,32) καί ὅπως εἶναι ὁ Χριστός μέ τήν Ἐκκλησία ἔτσι πρέπει νά εἶναι ὁ σύζυγος μέ τήν σύζυγο.
Ἄς δοῦμε τώρα κάτι ἀκόμα. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔχει ἕναν λόγο ὁλόκληρο στήν Χρηστοήθεια πού ἀφορᾶ σ’ αὐτό τό θέμα γιά τό ψέμα καί τή δολιότητα καί λέει: «ἀδελφοί μου χριστιανοί ὅσο μπορεῖτε νά μή λέτε ψέματα, γιατί τό ψέμα εἶναι ἐφεύρεση τοῦ διαβόλου καί ὁ διάβολος ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους». Καί αὐτό τό ‘ὅσο μπορεῖτε’ τί σημαίνει; Ὅτι μερικές φορές δέν μποροῦμε; Πρέπει νά ποῦμε ψέματα; Ὄχι, ἐννοεῖ πάντοτε. Ποτέ νά μήν λέμε ψέματα. «Ὅσοι εἶναι ψεῦτες, ἔχουν πατέρα τους τόν διάβολο καί μοιάζουν μ’ αὐτόν καί τόν ἔχουν πατέρα, καθώς τό ἀναφέρει καί ὁ Κύριός μας στήν Ἁγία Γραφή». Τί λέει ὁ Κύριος; Ἀπευθύνεται στούς Ἰουδαίους… συζητοῦσαν ἐκεῖ καί τοῦ ἔλεγαν ἐμεῖς ἔχουμε πατέρα τόν Ἀβραάμ, ἐσένα δέν σέ ξέρουμε καί τόν πατέρα σου πού μᾶς λές ὅτι εἶσαι υἱός Θεοῦ. Ἔτσι μιλοῦσαν στόν Χριστό… Καί τούς λέει: «δέν εἶναι πατέρας σας ὁ Ἀβραάμ, γιατί ἄν εἴσαστε παιδιά τοῦ Ἀβραάμ καί παιδιά τοῦ Μωϋσῆ, ὅπως λέτε, θά τηρούσατε αὐτά πού λέει ὁ Μωϋσῆς, τόν νόμο πού σᾶς ἔδωσε, τόν μωσαϊκό νόμο καί ὁ ἅγιος καί μέγας πατριάρχης Ἀβραάμ. Ὁ πατέρας πού ἔχετε εἶναι ὁ διάβολος, κι ὅσα ἐπιθυμεῖ ὁ πατέρας σας, αὐτά θέλετε νά κάνετε. Ἐκεῖνος -ὁ διάβολος- ἐξαρχῆς ἦταν ἀνθρωποκτόνος καί δέν μπόρεσε νά σταθεῖ μέσα στήν ἀλήθεια, γιατί δέν ὑπάρχει μέσα του τίποτε τό ἀληθινό. Ὅταν λέει ψέματα, ἐκφράζει τόν ἑαυτό του, γιατί εἶναι ψεύτης καί εἶναι ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους (πρβλ. Ἰω. 8,44).
Καμιά φορά ὁ διάβολος λέει ἀλήθεια, γιατί ἀναγκάζεται, ἀλλά ποτέ δέν πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε τόν διάβολο. Γι’ αὐτό, αὐτοί πού πᾶνε στόν διάβολο γιά νά μάθουν πράγματα, αὐτοί πού πᾶνε σέ μάγους, σέ μελλοντολόγους, σέ χαρτορίχτρες, σέ μέντιουμ, πᾶνε στόν διάβολο γιά νά μάθουν τήν ἀλήθεια, ἐξαπατοῦν τόν ἑαυτό τους, δέν ξέρουν τί τούς γίνεται. Ὁ διάβολος θά τούς πεῖ μιά ἀλήθεια καί δέκα ψέματα. Καί σίγουρα τήν ἀλήθεια θά σοῦ τήν πεῖ γιά νά σέ παραπλανήσει καί τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι οἰκτρότατο, ὀδυνηρότατο γιά σένα. Γιατί «ὁ διάβολος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰω. 8,44). Τί θά πεῖ ἀνθρωποκτόνος; Ἀγαπάει νά σκοτώνει, ἀγαπάει τά αἵματα, ἀγαπάει νά βλέπει ἀνθρώπους νεκρούς. Στήν κυριολεξία… Ξέρετε πόσο χαίρεται ὁ διάβολος μέ τούς πολέμους, μέ τούς φόνους, μέ τίς δολοφονίες, μέ τίς ἐκτρώσεις, μέ ὅλα αὐτά τά αἱματηρά πού ἔχουμε στόν κόσμο; Μήν ξεχνᾶτε ποιός εἶναι αὐτός πού ἔσπρωξε τόν Κάιν νά σκοτώσει τόν Ἄβελ; Ὁ διάβολος τοῦ ἔβαλε τόν φθόνο, τήν ζήλεια. Ἀνθρωποκτόνος ἐξαρχῆς…
«Ἀντίθετα, ὅσοι λένε τήν ἀλήθεια, ἔχουν ὠς πατέρα τους τήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Θεός καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Καί εἶναι γεννημένοι ἀπό τήν Ἀλήθεια». Εἶναι πραγματικά, δηλαδή, παιδιά τοῦ Θεοῦ. «Καθώς μᾶς λέει ὁ «ἀγαπημένος» μαθητής Ἰωάννης: «Παιδιά μου, ἄς μήν ἀγαπᾶμε μέ λόγια καί ὡραῖες φράσεις, ἀλλά μέ ἔργα καί ἀγάπη ἀληθινή. Ἀπό αὐτό, ὅμως, θά καταλάβουμε ὅτι εἴμαστε παιδιά τῆς ἀλήθειας»». Τί νά τό κάνω ἐγώ νά λές ὡραῖα λόγια, νά ἔχεις γλυκιά γλῶσσα κι ὅμως ὅλη σου ἡ ζωή νά εἶναι μιά ὑποκρισία; Νά εἶναι μέσα στό ψέμα; Ἄλλα νά λές καί ἄλλα νά ἔχεις στόν νοῦ σου… Ἄλλα νά φαίνεται ὅτι θέλεις καί ἄλλα νά ἐπιδιώκεις ἀπό πίσω…
Νά σᾶς πῶ ἕνα ἁπλό, καθημερινό. Πόσοι ἀπό τούς σημερινούς γονεῖς λένε στά παιδιά τους τήν ἀλήθεια γιά τίς λεγόμενες προγαμιαῖες σχέσεις; Ἀφήνουμε τούς κοσμικούς. Ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς. Δέν τό λένε. Ἐγώ τουλάχιστον ἀπό τή μικρή πείρα πού ἔχω, ρωτάω τούς γονεῖς: τό εἶπες στό παιδί σου; Ἔ, πές το ἐσύ πάτερ, λέει. Γιατί νά τό πῶ ἐγώ; Ἐσύ δέν εἶσαι μητέρα; Δέν ξέρεις νά πεῖς στό παιδί σου, στό κορίτσι σου, στό ἀγόρι ὁ πατέρας, ὅτι δέν πρέπει νά κάνει σχέσεις πρίν τό γάμο; Τί χριστιανός εἶσαι; Πῶς τόν ἀγαπᾶς δηλαδή τόν γιό σου ἤ τήν κόρη σου; Νά τοῦ λές ὡραῖα, γλυκά, λόγια, αὐτό εἶναι ἀγάπη; Ὄχι, μήν ἀγαπᾶτε, λέει, μέ ὡραῖα λόγια ἀλλά μέ πράξεις. Νά τούς πεῖς τήν ἀλήθεια, ὅσο κι ἄν δέν ἀρέσει. Φυσικά καί δέν θά τούς ἀρέσει, γιατί καί τά παιδιά ἔχουν τά πάθη τους καί τίς κακές ἐπιθυμίες πού τούς βάζει ὁ πονηρός. Ἀπό αὐτό, ὅμως, θά καταλάβουμε ὅτι εἴμαστε παιδιά τῆς ἀλήθειας, ὅταν λέμε τήν ἀλήθεια στήν πράξη, στήν ζωή μας.
«Ἐσεῖς ὅλοι», λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος, «εἶστε χριστιανοί καί μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἀπογυμνωθήκατε ἀπό τόν παλαιό ἄνθρωπο καί ἐνδυθήκατε τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ ἀλήθεια, ὅπως τό λέει καί ὁ Ἴδιος: «Ἐγώ εἶμαι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή»». Θυμηθεῖτε στό Ἅγιο Βάπτισμα τί λέμε; Ἀποτάσσεσαι τόν σατανᾶ; Καί λέει ὁ ἀνάδοχος: ἀποτάσσομαι. Τί θά πεῖ αὐτό; ξεντύνομαι, διώχνω, φτύνω τόν διάβολο καί τά πάθη. Καί ἀποτάσσεσαι, λέει καί ὅλη του τήν πομπή, ὅλη τή συνοδεία; Τήν ἀποτάσσομαι κι αὐτή. Καί ἔμπτυσον αὐτόν. Καί φτύσ’ τον. Τό κάνουμε μυστηριακά. Στή ζωή μας ὅμως τό κάνουμε; Ἤ μήπως στή ζωή μας τόν ἀγκαλιάζουμε πάλι;
«Πῶς τολμᾶτε λοιπόν νά ἀφήνετε τήν ἀλήθεια καί νά προτιμᾶτε τό ψεῦδος; Δέν σκέπτεσθε ὅτι μέ τίς ψευδολογίες σας αὐτές ξεντύνεσθε τόν Χριστό, τόν νέο ἄνθρωπο, καί ἐνδύεσθε πάλι τόν παλαιό πού φθείρεται καί χάνεται;», λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος. «Δέν ἀκοῦτε πῶς σᾶς συμβουλεύει ὁ μακάριος Ἀπόστολος Παῦλος, νά μή λέτε ψέματα ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἀλλά νά πετάξετε ἀπό πάνω σας τόν παλαιό ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου τό κύριο χαρακτηριστικό εἶναι τό ψεῦδος, καί νά ἐνδυθεῖτε τόν νέο, τοῦ ὁποίου ἴδιο -ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό- εἶναι ἡ ἀλήθεια;». Βλέπετε σήμερα πόσο κυριαρχεῖ στόν κόσμο τό ψέμα, ἡ ὑποκρισία; Κολυμπᾶμε μέσα στό ψέμα… Πᾶς νά ἀγοράσεις, ψέμα ὁ ἐμπορος. Πᾶς στόν γιατρό, ψέματα ὁ γιατρός γιά νά σοῦ πάρει χρήματα. Ξέρετε πόσες χιλιάδες ἐγχειρήσεις γίνονται τόν χρόνο πού εἶναι ἄχρηστες; Στήν Ἀμερική μόνο διάβαζα κάπου 200.000-250.000 ἐγχειρήσεις εἶναι ἄχρηστες. Ποίος τίς κάνει αὐτές τίς ἐγχειρήσεις; Οἱ γιατροί. Γιατί; Γιά νά πάρουν χρήματα. Μά δέν χρειάζονται… Ψέμα στό ψέμα… Βλέπετε; Πόσοι σοῦ φέρονται καλά καί ἀπό πίσω σοῦ σκάβουν τόν λάκκο; Μοῦ ἔλεγε ἕνας ἱερομόναχος: μπορεῖ νά σέ σκοτώσει καί μετά νά ἔρθει στήν κηδεία σου καί νά κλαίει περισσότερο ἀπ’ ὅλους, μέ τά πιό δακρύβρεχτα δάκρυα. Τόση ὑποκρισία! Γιατί αὐτό ἀδελφοί μου; Γιατί ἔχει κυριαρχήσει στή ζωή μας ὁ διάβολος. Ἐμεῖς τόν ἀφήσαμε μέ τήν κακή ζωή πού κάνουμε καί ζοῦμε ἁπλῶς ἀλλάζοντας μάσκες. Πᾶμε στήν Ἐκκλησία καί φορᾶμε τή μάσκα τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ. Πᾶμε στό κλάμπ, στό μπάρ καί φορᾶμε τή μάσκα πού ἀρέσει σ’ αὐτούς πού εἶναι στό κλάμπ. Πᾶμε στήν ἐργασία καί φορᾶμε ἄλλη μάσκα, πᾶμε στό σπίτι ἄλλη μάσκα… Τελικά ποιοί εἴμαστε; Δέν εἴμαστε… Δέν ἔχουμε προσωπικότητα. Δέν εἴμαστε πρόσωπα. Εἴμαστε ἠθοποιοί, ὑποκριτές. Ὑποκριτής στήν ἀρχαιότητα αὐτό σήμαινε, ἠθοποιός. Οἱ ἠθοποιοί στήν ἀρχαιότητα λεγόντουσαν ὑποκριτές καί μάλιστα ὁ ἕνας ἠθοποιός – ὑποκριτής ἔπαιζε πολλούς ρόλους. Γι’ αὐτό στά μουσεῖα βλέπουμε τίς μάσκες. Ἄλλαζε μάσκες καί ἔπαιζε πολλούς ρόλους. Αὐτό κάνει ὁ ἄνθρωπος σήμερα. Οἱ πιό πολλοί ἄνθρωποι σήμερα ἔτσι εἶναι, ἀλλάζουν μάσκες… Φοβερό! Γιατί ἀκριβῶς ξεντυνόμαστε τόν Χριστό καί ντυνόμαστε τό ψέμα, τόν διάβολο, γιά νά ὑπηρετήσουμε τά πάθη μας.
Λέει λοιπόν ὁ Ἀπόστολος στήν Κολοσσαεῖς ἐπιστολή, 3ο κεφάλαιο, 9ος στίχος: «Μή λέτε ψέματα ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἀφοῦ βγάλατε ἀπό πάνω σας τόν παλαιό ἁμαρτωλό ἑαυτό σας», ὑποτίθεται στό βάπτισμα αὐτό κάνατε, «καί ἀποβάλλατε καί τίς συνήθειές του». Τό ψέμα εἶναι γνώρισμα τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ εἰδωλολάτρη, τοῦ ἄθεου, τοῦ ἀβάφτιστου. Δέν εἶναι γνώρισμα τοῦ βαφτισμένου, τοῦ χριστιανοῦ. Τά πετάξατε αὐτά. Πῶς λοιπόν τώρα λέτε πάλι ψέματα; Τώρα «ντυθήκατε τόν καινούργιο ἄνθρωπο, πού ἀνανεώνεται συνεχῶς, σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ του». Ὅλο καί περισσότερο ὁ πραγματικός χριστιανός μοιάζει μέ τό πρωτότυπό του, πού εἶναι ὁ Χριστός. «Ὥστε μέ τή νέα ζωή νά φθάσει στήν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ». Κι ὅσο κανείς μοιάζει στόν Χριστό μέ τή ζωή του, τόσο καί τελειότερα γνωρίζει τόν Χριστό, ποιός εἶναι ὁ Χριστός.
Λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἄν κάποιος φοράει ἕνα καινούριο φόρεμα, τό καταλαβαίνουν ὅλοι. Καί βλέπεις τήν κυρία τάδε ὅταν φοράει τό καινούριο της φουστάνι, ἄς ποῦμε, φαίνεται, τό καταλαβαίνεις. Ἔτσι κι ἐσεῖς, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, εἶστε χριστιανοί ἐπειδή ἔχετε ντυθεῖ κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα τόν Χριστό σάν ἕνα φόρεμα. Αὐτό μόνο πρέπει νά φροντίζετε, νά γίνεται φανερό στό περιβάλλον σας μέ τά ἔργα σας καί τά λόγια σας καί γενικά μ’ ὅλη σας τή ζωή. Ἄραγε σήμερα ἐμεῖς πού εἴμαστε χριστιανοί, θέλουμε νά λεγόμαστε χριστιανοί, τό φανερώνουμε αὐτό τό ροῦχο, τόν Χριστό; Αὐτό σίγουρα θά τό καταλάβουν καί οἱ ἄλλοι. ‘Αὐτός εἶναι χριστιανός… αὐτή εἶναι χριστιανή’. Τό ἔχουμε; Ἤ μήπως τό ἔχουμε λερώσει τό ροῦχο μας; Ἤ μήπως ἔχουμε ἀποβάλλει τελείως τό ροῦχο τοῦ Χριστοῦ καί ἔχουμε φορέσει τό ροῦχο τοῦ κόσμου καί δέν διαφέρουμε σέ τίποτα ἀπό ἕναν κοσμικό ἄνθρωπο πού ζεῖ μέσα στό ψέμα; Νά γίνεται ἀντιληπτό δηλαδή, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι τό ἔνδυμά σας εἶναι ὁ Χριστός. Καί πῶς θά μοῦ πεῖτε γίνεται αὐτό ἀντιληπτό ἀπό τούς ἄλλους; Νά σᾶς πῶ πολύ ἁπλά, αὐτός πού φοράει τόν Χριστό ἔχει εἰρήνη, ἔχει ἀγάπη, ἔχει χαρά, ἔχει πραότητα, ἔχει ἐγκράτεια, ἔχει χρηστότητα (καλοσύνη), ἔχει εὐσπλαχνία, ἔχει συγχωρητικότητα. Τί σᾶς λέω τώρα; Τά στοιχεῖα τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτός εἶναι πού φοράει τόν Χριστό. Τά ἔχεις αὐτά; Ἄν τά ἔχεις, θά τό καταλαβαίνουν καί οἱ ἄλλοι. Ἄν ὅμως, ὅταν ὁ ἄλλος σοῦ βγάζει δόντια, τοῦ βγάζεις κι ἐσύ δόντια, γιά νά κρατήσεις προσωπικότητα ὅπως λέμε, νά μή σέ κοροϊδέψει… σέ ἀντιπαθεῖ, τόν ἀντιπαθεῖς κι ἐσύ… δέν σοῦ λέει καλημέρα, δέν τοῦ λές κι ἐσύ καλημέρα… Εἶσαι χριστιανός; Ἔχεις τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ὄχι. Εἶσαι ἴδιος μέ τούς ἄλλους.
«Κάθε ψέμα», λέει πάλι ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «ὅ,τι λογής κι ἄν εἶναι, μέ ὅποιο τρόπο κι ἄν λέγεται, εἶναι κακό καί ὀλέθριο. Τό ψέμα δέν πρέπει νά τό φέρνουν στό στόμα τους οἱ Χριστιανοί, διότι τούς γίνεται εὔκολα κακή συνήθεια, ὅπως λέει ὁ σοφός Σειράχ», στήν Παλαιά Διαθήκη, «Ἀπόφευγε νά λές ὁποιοδήποτε ψέμα, γιατί αὐτή ἡ συνήθεια δέν βγάζει σέ καλό» (Σοφ. Σειρ. 7,13)». Φοβερή κακή συνήθεια τό ψέμα. «Καί σέ ἄλλο σημεῖο λέει ὁ ἴδιος ὁ Σειράχ, ὅτι «ὁ κλέφτης εἶναι προτιμότερος ἀπό τόν ἐπαγγελματία ψεύτη, ἀλλά καί οἱ δύο βαδίζουν στήν καταστροφή καί στήν ἀπώλεια». Ἀλλά ὁ ἐπαγγελματίας ψεύτης κάνει χειρότερη ζημιά ἀπό τόν κλέφτη.
«Ἄν ἔχει ἔτσι τό πράγμα», λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «πόσο πρέπει νά προσέχουν οἱ Χριστιανοί, ὥστε νά μήν λένε ψέματα, μέ σκοπό νά ξεγελάσουν τόν ἀδελφό τους μέ δόλο καί κακία, ὅπως τό κάνουν συνήθως οἱ διάφοροι ἐπιστήμονες, οἱ τεχνίτες καί οἱ ἐπαγγελματίες;». Ὅπως τό παράδειγμα πού εἴπαμε μέ τούς γιατρούς. Ὄχι ὅτι ὅλοι οἱ γιατροί εἶναι ἔτσι. Εὐτυχῶς, δέν εἶναι ὅλοι. Ἀλλά ὑπάρχουν τέτοιοι. Ἤ γίνεται σ’ αὐτούς πού ἐμπορεύονται διάφορα ἀγαθά καί βλέπεις νοθεία. Νά νοθεύουν λ.χ. τά τρόφιμα εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο πράγμα καί γιά τή δημόσια ὑγεία. Ἀλλά ὁ ἄλλος δέν λογαριάζει ἄν θά δηλητηριαστεῖ κάποιος, ἄν θά πάει στό νοσοκομεῖο, ἄν θά πεθάνει ἀκόμα, ἄν θά πάθει καρκίνο.. Γιατί νομίζετε στίς μέρες μας ἔχουν αὐξηθεῖ τόσο πολύ οἱ καρκίνοι; Δέν εἶναι ἀπό τήν νοθεία πολλῶν τροφίμων; Ἀπό τήν ὑπερ-χρήση φαρμάκων στίς ἀγροτικές καλλιέργειες; Καί δέν λογαριάζει ὁ ἄλλος… Ἔχω ἀκούσει ἄς ποῦμε, ἔχει θερμοκήπιο καί ραντίζει ἀφειδῶς, γιά νά μήν καταστραφοῦν τά προϊόντα του… ἀλλά ἔχει καί μιά γωνίτσα πού δέν ραντίζει… αὐτά εἶναι, λέει, γιά τό σπίτι μου, τά ἄλλα εἶναι γιά τήν ἀγορά. Ἄς φάει ὁ κοσμάκης νά πάθει δηλητηρίαση. Ἐγώ νά μήν πάθω τίποτα. Τό θέλει αὐτό ὁ Χριστός; Ὄχι, βέβαια. Εἶσαι χριστιανός; Ὄχι, εἶσαι πολύ ἐπικίνδυνος ψεύτης καί φυσικά πολύ ἁμαρτωλός μπροστά στόν Θεό καί θά δώσεις φρικτό λόγο μπροστά στόν Θεό γιά αὐτό πού κάνεις.
«Φοβηθεῖτε τόν Θεό καί πάψετε νά χρησιμοποιεῖτε τό ψέμα στίς σχέσεις σας μέ τούς συνανθρώπους σας, διότι ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά ἀφανίζονται ὅσοι λένε ψέματα, ὅπως λέει καί ὁ προφήτης Δαβίδ: «Θά ἐπιτρέψεις νά ἐξολοθρευθοῦν, ὅσοι λένε ψέματα». «Ἀπολεῖς πάντας τούς λαλοῦντας τό ψεῦδος» (Ψαλμ. 5,7).
«Πράγματι, ὁ Θεός παραχωρεῖ νά πέσουν σέ μεγάλα δεινά καί σέ διάφορες δυστυχίες ὅσοι ψεύδονται. Καί μάλιστα πολλοί ἀπ’ αὐτούς φθάνουν στό σημεῖο νά γίνουν τόσο ταλαίπωροι, ὥστε καταντᾶνε νά φορᾶνε κουρέλια ἀπό τή φτώχεια τους, ὅπως ἀναφέρεται καί στόν προφήτη Ζαχαρία: «Ἐκείνη τήν ἐποχή δέν θά ὑπερηφανεύονται πιά οἱ προφῆτες γιά τά ὁράματά τους· θά φοβοῦνται καί θά φοροῦν τρίχινο καί εὐτελή μανδύα, ἐπειδή ἔγιναν ψευδοπροφῆτες καί ἐξαπάτησαν τόν κόσμο» αὐτοί πού κάνουν ἀτιμίες καί ἐκμεταλλεύονται τίς περιστάσεις γιά νά κερδοσκοπήσουν. Λόγου χάρη στά χρόνια τῆς κατοχῆς οἱ λεγόμενοι μαυραγορίτες ἔπιναν τό αἷμα τῶν ἀνθρώπων καί γιά ἕνα κομμάτι ψωμί ἤ γιά ἕνα κιλό σιτάρι εἰσέπρατταν τεράστια ποσά, λήστευαν τούς ἀνθρώπους. Αὐτοί εἶχαν οἰκτρό τέλος. Δέν εὐλογεῖ ὁ Θεός αὐτά τά κέρδη. Εἶναι φωτιά. «Καί θά γίνει αὐτό, γιατί ὁ Θεός ἀποστρέφεται καί σιχαίνεται αὐτόν πού λέει ψέματα». Ἀφοῦ τό κιλό τό λάδι κάνει τόσο, γιατί ἐσύ τό πουλᾶς δεκαπλάσιο; Ἐπειδή εἶναι μικρή ἡ ποσότητα; Καί τό δικαιολογεῖς κιόλας καί λές: – Τί νά κάνουμε αὐτή εἶναι ἡ ἀγορά… Μά εἶναι ἀτιμία, εἶναι ψέμα, αὐτό πού κάνεις, εἶναι ἀδικία. «Βδέλυγμα εἶναι στόν Κύριο τά χείλη πού λένε ψέματα», λέει πάλι στίς Παροιμίες.
«Καί διότι, τέλος πάντων, δέν ἔχουν θέση στή Βασιλεία Του ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀρέσκονται στό νά λένε ψέματα, ὅπως τό μαρτυρεῖ τό ἱερό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως καί τό μερίδιό τους θά εἶναι ἡ λίμνη τοῦ πυρός: «Οἱ δειλοί, οἱ ἄπιστοι, οἱ βδελυροί, οἱ φονιάδες, οἱ πόρνοι -προσέξτε οἱ πόρνοι!-, οἱ μάγοι, οἱ εἰδωλολάτρες -καί οἱ φιλοχρήματοι εἶναι εἰδωλολάτρες, λατρεύουν τό χρυσό- κι ὅσοι ἀντιστρατεύονται τήν ἀλήθεια καί λένε ψέματα -ψεύτες δηλαδή-, θά ἔχουν τό μερίδιό τους στήν λίμνη τοῦ πυρός τήν καιομένη μέ φωτιά καί θειάφι» στήν αἰώνια κόλαση. «Αὐτός εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 21,8). Ὁ φοβερός θάνατος. Ὁ ἀθάνατος θάνατος. Αὐτόν τόν θάνατο πρέπει νά φοβόμασε, ὄχι τόν βιολογικό. Ὁ βιολογικός θάνατος δέν εἶναι τίποτα. Εἶναι ὅπως ἀνοίγεις τήν πόρτα καί πᾶς στό διπλανό δωμάτιο. Ὁ αἰώνιος θάνατος εἶναι αὐτός πού λέει ἐδῶ στήν Ἀποκάλυψη ὀ δεύτερος θάνατος. Ὁ θάνατος μετά τόν θάνατο, δηλαδή ὁ χωρισμός ἀπό τόν Χριστό. Αὐτή εἶναι ἡ αἰώνια κόλαση. Εἴδατε ποιοί θά πᾶνε ἐκεῖ! Λέει ὀνομαστικά, κατηγορίες. Καί μέσα σ’ αὐτούς εἶναι καί ὁ ψεύτης. Δέν εἶναι μικρό πράγμα ἀδελφοί μου νά λέμε ψέματα. Εἶναι κάτι πού σέ πάει στήν κόλαση. Λέει ‘ἕνα ψεματάκι εἶπα’, σάν νά μήν ἔκανε τίποτα. Χωρίστηκες ἀπό τόν Χριστό, ἀπό τήν Χάρη.
«Ἀδελφοί μου, ἐσεῖς, ἀπό τό ἕνα μέρος παρακαλεῖτε τόν Θεό νά εἶναι παρών καί μέ τήν Χάρη Του νά εὐοδώνει τίς ἐργασίες σας». Μιλάει τώρα ὁ Ἅγιος Νικόδημος πιό συγκεκριμένα στούς ἐπαγγελματίες ἀλλά καί γενικότερα πρέπει νά τό πάρουμε αὐτό. Λέει λοιπόν «ὁ Θεός νά εὐλογεῖ τούς κόπους τῶν χεριῶν σας καί νά αὐξάνει τά ὑπάρχοντά σας». Ἐσεῖς ὅμως τί κάνετε ὅταν λέτε ψέματα; «Φέρνετε τόν διάβολο μέσα στίς ἐργασίες σας καί διώχνετε τόν Θεό. Διότι, ὅπου τό ψέμα ἐπικρατεῖ ἀπό ἐκεῖ φεύγει ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος μισεῖ τό ψεῦδος καί ἔρχεται ὁ διάβολος, ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους». Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος τό «μαῦρο ἀφεντικό». Ἅμα κάνεις κουμπαριά μέ τό μαῦρο ἀφεντικό καί τήν ζωή σου θά τήν κάνεις μαύρη. Θά στήν κάνει μαύρη ὁ πονηρός. «Στήν ἐργασία καί στό ἐπάγγελμα, ἀπό τό ὁποῖο ἀποδιώκεται ὁ Θεός καί διαφεντεύει ὁ διάβολος, τί εὐλογία ἤ τί καλό μπορεῖ νά ἀκολουθήσει;». Ἔρχονται καί μοῦ λένε: πάτερ, κάνε προσευχή γιά τό παιδί μου δέν πάει καλά στή δουλειά του. Λέω: πάει Ἐκκλησία τήν Κυριακή; Ὄχι, λέει, πάτερ δέν γίνεται. Γιατί δέν γίνεται; Ἔχει πολύ δουλειά καί θέλει νά ξεκουραστεῖ τήν Κυριακή. Ἔ, πῶς θέλεις εὐλογία μετά στή δουλειά σου; Ὅταν δέν βρίσκεις μία ὥρα νά πεῖς ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό στή Θεία Εὐχαριστία πού εἶναι ἡ λειτουργία τῆς Κυριακῆς; Δέν ἔχει δουλειά τό παιδί μου πάτερ, κάνε προσευχή… Ἐξομολογεῖται; Ὄχι, μακριά εἶναι… Καί τί περιμένει μετά; Νά ἔχει δουλειά; Γιατί νά τοῦ δώσει ὁ Θεός δουλειά; Γιά νά πάει ἀκόμα πιό βαθιά στήν κόλαση; Τοῦ τραβάει λίγο τό αὐτάκι, δέν τοῦ δίνει δουλειά, γιά νά τοῦ δώσει τό ἔναυσμα νά βρεῖ τήν πηγή τῆς χαρᾶς, τόν Χριστό. Κι, ἅμα βρεῖς τόν Χριστό, τά ἔχεις ὅλα.
Τί καλό μπορεῖ νά ἔχει, λοιπόν, μιά ἐργασία πού δέν ἔχει τόν Θεό; Τίποτα. Κανένα καλό. «Καί ὄχι μόνο δέν μπορεῖ νά ἐπέλθει ἐκεῖ κανένα καλό, ἀλλά -ἀντίθετα- κατάρα καί δυστυχία καί κάθε μορφή κακοῦ θά ἐπικρατήσει», στήν ἐργασία αὐτή καί στόν ἐργαζόμενο πού ἐργάζεται χωρίς τόν Χριστό. «Ἔπειτα συλλογισθεῖτε καί τοῦτο: Ἄν μία φορά φανεῖτε ψεῦτες στίς συναλλαγές σας», στά λόγια σας, «μετά, καί ἀλήθεια νά λέτε, κανείς πιά δέν θά σᾶς πιστεύει, καθώς τό λέει καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Μήν ἀποδείξεις στόν φίλο σου πώς δέν εἶσαι ἄξιος τῆς ἐμπιστοσύνης του, μέ τό νά τοῦ λές ψέματα». Γιατί, μέ τό νά λές ψέματα, αὐτό ἀποδεικνύεις, ὅτι εἶσαι ἀναξιόπιστος καί μετά «καί ὅταν λές τήν ἀλήθεια δέν θά σέ πιστεύει. Διότι αὐτός πού θά πιαστεῖ νά λέει ψέματα σέ μιά ὑπόθεση, δέν θά τόν πιστέψουν ποτέ, ἔστω κι ἄν χρησιμοποιεῖ κατά κόρον τήν ἀλήθεια». Ὑπάρχουν καί γνωστές ἱστορίες, ὅπως μέ τόν τσοπάνο πού φύλαγε τά πρόβατα καί ἔκανε ἀστειάκια τάχατες ὅτι ἦλθε ὁ λύκος. Τρέχανε νά τόν βοηθήσουν οἱ χωριάτες, ἔλεγε ψέματα σᾶς εἶπα… Μετά, ὅταν ἦρθε ὁ λύκος πραγματικά, δέν πῆγε κανένας. Θεώρησαν ὅτι λέει πάλι ψέματα…
«Γι’ αὐτό, ἀδελφοί μου, νά μή λέτε ψέματα, ὅταν λ.χ. ἔρχονται πολλοί ἐνδιαφερόμενοι καί σᾶς ζητοῦν νά ἀναλάβετε νά τούς ἐξυπηρετήσετε, μή δίνετε σέ ὅλους ὑποσχέσεις πού θά ἀποδειχθοῦν σέ λίγο ψεύτικες». Δέν γίνεται αὐτό; Εἶναι ἕνας μάστορας, ἄς ποῦμε, καί τάζει σέ δέκα. Γίνεται; Τούς ἐννιά θά τούς ξεγελάσει, στόν ἕναν θά πάει. Μή τό κάνεις, λέει, αὐτό. «Ἀλλά φερθεῖτε μέ εἰλικρίνεια καί στεῖλτε ὅσους δέν προλαβαίνετε νά τούς ἐξυπηρετήσετε σέ ἄλλους συντεχνίτες σας». Μήν τόν κορϊδεύεις, μήν τόν στήνεις τόν ἄλλον. Τοῦ εἶπες σέ μιά βδομάδα θά ἔρθω καί πᾶς μετά ἀπό ἕναν μῆνα. Ἔ, τί εἶναι αὐτό τό πράγμα; Βοήθησε καί τόν ἄλλον, ἔχει μιά ἀνάγκη. Θέλει νά φτιάξει τό σπίτι του, ἄς ποῦμε, ἔχει μιά ἐκκρεμότητα.. Γιατί δέν τοῦ λές τοῦ ἀνθρώπου, πήγαινε σέ ἕναν ἄλλον, δέν μπορῶ ἐγώ; Εἶναι ἀγάπη νά τοῦ λές ‘ναί, θά ’ρθῶ’..; καί τόν κορϊδεύεις, γιατί ἔχεις ἄλλους δέκα πού περιμένουν…
«Ἐπειδή δέν ἔχετε τή δυνατότητα νά φυλάξετε τίς ὑποσχέσεις πού δίνετε, ἀποδεικνύεσθε ψεῦτες καί σκανδαλίζετε τούς ἀνθρώπους πού σᾶς ἐμπιστεύονται. Κι ἄν σᾶς ἐνοχλεῖ ὁ λογισμός σας καί σᾶς λέει ὅτι ἔτσι χάνετε τόν πελάτη σας, μήν τόν ἀκοῦτε αὐτόν τόν λογισμό, ἀλλά νά ἐπιρρίπτετε τήν ἐλπίδα σας στόν Θεό καί Ἐκεῖνος θά σᾶς στείλει ἄλλους πελάτες, ὅταν θά τούς ἔχετε ἀνάγκη». Βλέπετε; Πρακτικότατα πράγματα! Προσέχετε, ἀδελφοί μου, νά μήν μεταχειρίζεσθε τόν δόλο στίς ἐργασίες σας καί στίς τέχνες σας, γιατί ὁ Θεός ἀποστρέφεται καί ἀπεχθάνεται τόν δόλιο ἄνθρωπο, κατά τόν Δαβίδ, ὁ ὁποῖος λέει: «Ὅλους τούς ψεῦτες, Κύριε, τούς ἐξόντωσες· αἱμοχαρεῖς καί ὕπουλους ὁ Κύριος τούς ἀπεχθάνεται».
Τί εἶναι δολιότητα, πονηρία; Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος μερικά παραδείγματα. «Δολιότητα εἶναι τό νά βάζει λ.χ. ὁ γεωργός σιτάρι ἤ ἀλεύρι καλό καί καθαρό στό πάνω μέρος τοῦ σακιοῦ, γιά νά ἐξαπατήσει τούς ἀγοραστές, ἐνῶ στό κάτω μέρος ἔχει βάλει ἄμμο, ἄχυρα, κεχρί καί ἄλλα παρόμοια». Νοθεία… «Δολιότητα εἶναι τό νά στολίζει τά ὑποδεέστερα ὑφάσματα ὁ ὑφαντουργός καί τό νά στιλβώνει τά κακῆς ποιότητας δέρματα ὁ ὑποδηματοποιός, γιά νά ξεγελάσει τούς ἀνθρώπους νά τά ἀγοράσουν. Δολιότητα εἶναι τό νά ἔχει ὁ πραγματευτής καί ὁ ἔμπορος ζυγαριά δόλια καί δύο λογιῶν μέτρα· μικρότερα ὅταν πουλάει καί μεγαλύτερα ὅταν ἀγοράζει. Δολιότητα εἶναι τό νά βάζετε ἐξωτερικά καί ἐπιφανειακά σέ κάθε πράγμα πού πρόκειται νά πουληθεῖ μόστρα καλή», καλή ἐπιφάνεια, βιτρίνα «καί μέσα τό πράγμα νά μήν εἶναι καλό. Τό νά βρέχετε τό σιτάρι, γιά νά εἶναι πιό βαρύ στό ζύγι καί νά τό ἀνακατεύετε μέ ρύζι καί ἀλάτι». Κοιτάξτε μέχρι ποιές λεπτομέρειες λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος. «Δολιότητα εἶναι τό νά ἔχουν λ.χ. οἱ σαράφηδες (αὐτοί πού ἐξαργυρώνουν νομίσματα, ἔχουν κάτι πολύ εὐαίσθητες ζυγαριές καί ζυγίζουν π.χ. τόν χρυσό) κρυμμένο μικρό μασοῦρι στό στόμα τους καί μ’ αὐτό νά φυσᾶνε τό ἕνα μέρος τῆς ζυγαριᾶς, γιά νά βαρύνει, ὅταν ζυγίζουν τά νομίσματα, χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνεται ὁ νοικοκύρης πού εἶναι παρών» καί νά δίνουν ψεύτικο ἀποτέλεσμα.
«Δολιότητα εἶναι τό νά ἀνακατεύουν οἱ οἰνοπῶλες, οἱ κάπηλοι καί οἱ μπακάληδες τό κρασί καί τό μέλι μέ τό νερό. Τό λάδι μέ τό κολοκύθι. Τό καθαρό κερί καί τό βούτυρο μέ τό ξύγγι. Καί γενικά σέ ὅλα τά εἴδη πού ἐμπορεύονται νά σμίγουν τά καλά μέ τά κακά, τά ἀκριβά μέ τά τιποτένια» καί ὄχι μόνο τιποτένια ἀλλά καί ἐπικίνδυνα. Ἔτσι γίνονται μεγάλες ζημιές καί μεγάλες καταστροφές καί τίποτα δέν εὐλογεῖται ἀπ’ αὐτά. Μπορεῖ πρός στιγμήν νά κερδίσεις κάποια χρήματα ἀλλά μετά θά τό πληρώσεις πολύ ἀκριβά. Θυμᾶμαι, ὅταν εἴχαμε πάει στήν Μυτιλήνη, μᾶς διηγήθηκε ἕνας ἀπό τούς ἀνθρώπους πῶς καταστράφηκε μιά ὁλόκληρη βιομηχανία πού εἶχαν ἐκεῖ πολύ σπουδαία.. ἄν θυμᾶμαι καλά σαπουνιοῦ, τό ὁποῖο ἐξήγαγαν μέχρι καί στό ἐξωτερικό καί στήν Ἰσπανία, παντοῦ.. πολύ καλῆς ποιότητας σαπούνια. Ὡσπου κάποια μέρα κάποιος δόλιος σκέφτηκε νά κάνει νοθεία καί ἔβαζε κάτι ἄλλο μέσα. Ἀλλά αὐτό τό κάτι ἄλλο πού ἔβαζε, προξενοῦσε στούς ἀνθρώπους πού χρησιμοποιοῦσαν τό σαπούνι βλάβη στήν ὑγεία τους, ἐξανθήματα, ἐκζέματα… Ὁπότε καταλαβαίνετε… καταστράφηκαν! Ποιός θά τό ἀγοράσει μετά αὐτό τό σαπούνι; Βλέπετε ποῦ ὁδηγεῖ τό ψέμα, τό ἄνομο κέρδος;
«Ἀλλά ποῦ μπορῶ ἐγώ νά ἀπαριθμήσω τίς τόσες καί τόσες δολιότητες πού μεταχειρίζεται ὁ κάθε ἐπαγγελματίας, γιά νά ξεγελάσει τόν ἄλλον; Οὔτε ὁ ἴδιος ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἐπινοήσει αὐτοῦ τοῦ εἴδους τίς δολιότητες. Τοῦτο μόνο θά πῶ σάν γενικό συμπέρασμα: Δολιότητα εἶναι κάθε ἐργασία ψευδής καί κάθε ὑποκριτική καί ψεύτικη συμπεριφορά πού μεταχειρίζονται οἱ κάθε εἴδους ἐπαγγελματίες γιά νά ξεγελάσουν τούς ἄλλους». Γι’ αὐτό νά εἴμαστε δίκαιοι, ἀκριβοδίκαιοι. Ἀκόμα-ἀκόμα ἄς χάνουμε καί λίγο… στό ζύγι καί στίς συναλλαγές, γιά νά μήν ἀδικοῦμε τόν ἄλλον. Νά προτιμᾶς νά ἀδικεῖσαι παρά νά ἀδικεῖς. Ὁ Θεός παραχωρεῖ νά παιδεύονται (νά παιδαγωγοῦνται) οἱ δόλιοι.
Οἱ Χριστιανοί, οἱ μαθητές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, «στοῦ Ὁποίου τό στόμα δέν βρέθηκε δόλος» πῶς μπορεῖ νά γίνονται οἱ ἴδιοι δόλιοι; «Ὤ ψυχή μου φρίξε γιά τήν ἁμαρτία αὐτή! Γι’ αὐτό εἶναι πρέπον αὐτούς» πού ψεύδονται εἴτε στό ἐπάγγελμα εἴτε στή ζωή τους γενικότερα καί ζοῦν ὑποκριτικά καί μιλοῦν λέγοντας ψέματα «νά τούς ὀνομάσει ἀπατεῶνες, ὅπως ὀνομάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκείνους τούς ἀπατεῶνες πού παρίσταναν τούς ἀποστόλους, τούς ψευδοαποστόλους». Ἀκόμα καί μέσα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας συμβαίνουν αὐτά καί ἐνῶ ἐμφανίζεται ὁ ἄλλος ὡς ἀπόστολος εἶναι ψευδαπόστολος. Πόσες πλάνες, πόσες αἱρέσεις κυκλοφοροῦν καί σήμερα, πού λένε ἐδῶ εἶναι ὁ Χριστός… ἐκεῖ εἶναι ὁ Χριστός… Δέν εἶναι ὁ Χριστός. Εἶναι ψευδαπόστολος. Πάρα πολλοί τέτοιοι ὑπάρχουν. Γι’ αὐτό ἀδελφοί μου πολύ – πολύ νά προσέχουμε. Μακριά ἀπό τό ψεῦδος, μακριά ἀπό τή δολιότητα. «Ὅσοι δέν χρησιμοποιοῦν τόν δόλο στίς συναλλαγές τους, θά συναριθμηθοῦν μέ τούς δίκαιους», θά ἔχουν πολύ μεγάλο μισθό ἀπό τόν Θεό.
Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ ἀδελφοί μου καί ἄς συνοψίσουμε: ποτέ ψέματα, οὔτε μέ τόν νοῦ, γιά νά θυμηθοῦμε αὐτό πού εἶπε ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος. Νά μή φτιάχνουμε ὑπόνοιες, νά μήν ἔχουμε ὑποψίες, νά μήν εἴμαστε καχύποπτοι – πού εἶναι τό ψέμα στόν νοῦ. Οὔτε μέ τήν γλῶσσα. Ποτέ ψέμα. Οὔτε στή ζωή, μέ ὑποκριτική ζωή. Ἔτσι θά ἔχουμε τήν ἀλήθεια, τόν Χριστό μας, πού εἶναι ἡ ὑποστατική Ἀλήθεια, θά ζοῦμε μέσα στήν ἀλήθεια, θά εἴμαστε ντυμένοι τήν ἀλήθεια καί τό φῶς καί θά χαιρόμαστε τή ζωή μας κι αὐτή καί τήν αἰώνιο.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : ….. λέμε κάποια ψέματα, γιά νά ἀποφύγουμε κάποιες καταστάσεις…. Πῶς πρέπει νά πράξουμε;
Ἀπ. : Εὐχαριστῶ γιά τήν ἐρώτηση. Χρειάζεται μία διάκριση. Δέν εἶσαι ὑποχρεωμένος νά ἀπαντήσεις. Θά πεῖς: Σέ παρακαλῶ μή μέ ρωτᾶς αὐτά τά πράγματα. Ἤ δέν ἀπαντῶ, δέν μπορῶ νά σοῦ ἀπαντήσω. Ἤ νά ξεφύγεις μέ ἕναν ἄλλο τρόπο πλάγιο. Οὔτε νά πεῖς τήν ἀλήθεια, γιατί θά εἶναι ζημιογόνα, ἀλλά οὔτε νά πεῖς καί ψέματα. Θά σέ φωτίσει ὁ Θεός τί νά πεῖς. Ἐπιτέλους, δέν εἶσαι ὑποχρεωμένη ν’ ἀπαντήσεις, κάνε ὅτι δέν ἄκουσες. Πές κάτι ἄλλο. Ἄν ὑπάρχει αὐτή ἡ διάθεση, θά βοηθήσει ὁ Θεός καί δέν θά ποῦμε οὔτε αὐτό πού θά εἶναι ζημιογόνο οὔτε ψέματα. Μέ κάποιο τρόπο θά ξεφύγουμε. Νά παρακαλᾶμε τόν Θεό βέβαια νά μᾶς γλιτώνει, ἀλλά προσέξτε καί κάτι ἀκόμα: μπορεῖ νά τοῦ πεῖς πολύ ἁπλά: Γιατί ρωτᾶς; Ἄν ἔχεις κάποιο πρόβλημα, γιατί δέν πᾶς στόν ἴδιο νά συνδιαλαγεῖτε; Γιατί βάζεις ἐμένα στή μέση; Τί εἶμαι ἐγώ πληροφοριοδότης; Βαποράκι; Ὄχι, δέν θά παίξω αὐτόν τόν ρόλο. Γιά νά ρωτάει κάποιος ἔτσι, κάτι τρέχει. Δέν εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι στήν ἄλλη/στόν ἄλλον γιά τόν ὁποῖο σέ ρωτάει. Ἐσύ γιά νά βοηθήσεις τήν κατάσταση, πρέπει νά πεῖς σ’ αὐτόν πού ἔχεις ἀπέναντί σου: – Ἐσύ εἶσαι ἐντάξει; Ἡ ψυχή σου ἔχει εἰρήνη; Ἄν δέν ἔχει εἰρήνη, πρέπει νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς, πρέπει νά συνδιαλαγεῖς μέ τόν ἀδελφό σου. Ἐσύ γιατί δέν μιλᾶς καί βάζεις ἐμένα σάν μεσάζοντα ἄς ποῦμε; Ἐσύ ἡ ἴδια νά πᾶς καί νά συνδιαλαγεῖς μέ τήν ἄλλη πού δέν μιλιέστε καί ἄφησέ με ἐμένα.
Δηλαδή, πολλές φορές θέλουμε κι ἐμεῖς νά γίνουμε λίγο ἀρεστοί σ’ αὐτούς πού μᾶς βάζουν τέτοιες ἐρωτήσεις, γι’ αὐτό λέμε ψέματα. Νά μήν θέλουμε νά εἴμαστε ἀρεστοί στούς ἀνθρώπους ἀλλά στόν Χριστό. Ἄν ἀγαπᾶς πραγματικά «ἀδελφή μου πνευματική τάδε, κοίταξε ἐγώ δέν θά σοῦ ἀπαντήσω σ’ αὐτή τήν ἐρώτηση ἀλλά θά σοῦ πῶ κάτι πού βλέπω σέ σένα καί θά σέ βοηθήσει νομίζω ἄν τό κάνεις». Καί θά τῆς πεῖς τό σωστό. «Νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς. Ἀκόμα κι ἄν ἡ ἄλλη δέν σοῦ λέει καλημέρα, ἐσύ νά τῆς λές καλημέρα, νά συγχωρέσεις κι ἔτσι θά βρεῖς τήν εἰρήνη». Καταλάβατε; Νά εἴμαστε ἔτσι ντόμπροι, ὅπως λέει ἁπλά ὁ λαός, καί νά μήν διστάζουμε νά λέμε τήν ἀλήθεια στόν ἄλλον μέ ἀγάπη πάντοτε. Γιά νά τούς βοηθήσουμε. Ὄχι, νά λέμε νά μήν τόν πληγώσουμε κ.λ.π. Νά τοῦ τό πεῖς… Τότε ἔχεις ἀγάπη.
Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό. Ὁ π. Ἐπιφάνιος ὁ Θεοδωρόπουλος ἦταν ἕνας σπουδαῖος, σοφός Γέροντας, ἅγιος. Ἦταν καί γέροντας τοῦ Μητροπολίτου μας. Κάποτε ἕνας ἱερέας, συμβαίνει κι αὐτό δυστυχῶς, τόν φθόνησε. Τόν ζήλεψε καί γιά κάποια αἰτία δέν τοῦ ἔλεγε καλημέρα. Τοῦ ’κοψε τήν καλημέρα. Ὁ π. Ἐπιφάνιος τοῦ ἔλεγε καλημέρα. Ἐκεῖνος τίποτα, δέν μιλοῦσε. Κάποια μέρα ἦταν νά περάσουν ἕνα γεφύρι. Ὁ ἕνας ἐρχόταν ἀπό τή μιά μεριά καί ὁ ἄλλος ἀπό τήν ἄλλη, ὁπότε ἀναγκαστικά συναντήθηκαν πάνω στό γεφύρι. Δέν γινόταν νά πεῖ ὅτι δέν τόν εἶδε! Τοῦ λέει ‘καλημέρα σας, πάτερ’. Τίποτα ὁ ἄλλος… Ὁπότε ὁ π. Ἐπιφάνιος, ἐπειδή εἶχε ἀγάπη, στέλνει ἕνα μήνυμα (μέ κάποιον τρόπο), τοῦ λέει «πάτερ τάδε, νά ξέρεις ὅτι ἄσχετα ἄν ἐσύ δέν μοῦ λές καλημέρα, ἐγώ θά σοῦ λέω καλημέρα. Καί θά σοῦ λέω πάντα καλημέρα. Καί νά ξέρεις καί τό ἑξῆς: ἄν καί ἐσύ δέν μοῦ λές καλημέρα, θά πᾶς στήν κόλαση». Ἔτσι ὠμά! Καί ἔτσι εἶναι!
Δέν μπορεῖς νά μή λές καλημέρα στόν ἀδελφό σου. Ὅ,τι καί νά σοῦ ΄χει κάνει, ὅ,τι, ὅ,τι… ὀφείλεις νά τοῦ λές, ἄσχετα ἄν ἐκεῖνος δέν σοῦ λέει. Ὁπότε μετά ἄρχισε καί τοῦ ἔλεγε κι ἐκεῖνος καλημέρα! Καταλάβατε; Τόν βοήθησε. Δέν εἶπε, ἔ, τί νά κάνουμε τώρα… Ἤ νά πάει καί στόν πνευματικό νά πάρει εὐλογία νά μήν λέει καλημέρα! Ὄχι! Θά λές καλημέρα κι ἄς μή σοῦ λέει ὁ ἄλλος. Λέω ἕνα παράδειγμα…
Πολλές φορές δέν λέμε τήν ἀλήθεια, γιά νά γίνουμε ἀρεστοί. Παίρνει τηλέφωνο π.χ. κάποιος καί λέει ἡ μάνα στήν κόρη, γιά σήκωσέ το. Ποιός εἶναι; Ἄ, πές δέν εἶμαι ἐδῶ… Τί εἶναι αὐτό; Ψέμα δέν εἶναι; Γιατί νά βάζεις τό κορίτσι σου νά πεῖ ψέματα; Ἄν δέν θέλεις νά μιλήσεις, νά πεῖ, δέν μπορεῖ τώρα ἡ μητέρα μου. Δέν μπορεῖ. Γιά ποιόν λόγο; Δέν εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ποῦμε λόγο. Γιατί νά πεῖς λόγο; Τί λόγο νά πῶ πάτερ; Νά μήν πεῖς λόγο. Γιατί νά πεῖς λόγο; Ἀλλά, γιατί θέλουμε νά βροῦμε ἕναν λόγο; Γιά νά ἀρέσουμε! Ὄχι, νά μήν θέλεις νά ἀρέσεις. Νά εἶσαι εἰλικρινής, νά ἔχεις τήν ἀλήθεια στό στόμα πάντοτε.
Ἐρ. : ………………..
Ἀπ. : Ὀφείλουμε νά μήν ἔχουμε ἀντιπαράθεση. Κι ἄν φτάσαμε νά ἔχουμε ἀντιπαράθεση, ὀφείλουμε νά ποῦμε συγγνώμη. Ἀμέσως!
Ἐρ. : Κι ἄν δέν φταῖς;
Ἀπ. : Κι ἄν δέν φταῖς, πές το! Γιατί, γιά νά ἔρθεις σέ ἀντιπαράθεση καί νά ὀξυνθοῦν τά πνεύματα, κάτι ἔκανες κι ἐσύ. Δέν μπορεῖ νά μήν φταῖς κι ἐσύ καθόλου… Καί τό γεγονός ὅτι στενοχωρήθηκε καί λυπήθηκε ὁ ἀδελφός.. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πολύ ὡραῖο, πού λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος. Βλέπεις, λέει, δυό ἀδελφούς σου νά τσακώνονται καί νά μήν θέλουν νά βάλουν μετάνοια, νά ποῦνε ὁ ἕνας στόν ἄλλον ‘συγχώρησον’. Γιατί, ἄν πεῖ ὁ ἕνας συγγνώμη, σταματάει ὁ τσακωμός. Γιατί συνεχίζεται ὁ τσακωμός καί μπορεῖ νά φτάσει καί μέχρι ξύλο καί μέχρι διαζύγιο κ.λ.π.; Γιατί δέν θέλει κανείς νά πεῖ συγγνώμη, νά παραδεχτεῖ ὅτι ἔσφαλλε. Τότε, λέει, νά πᾶς ἐσύ νά βάλεις μετάνοια καί νά πεῖς: ἀδελφοί συγχωρέστε με. Καλά, θά πεῖς, τί εἶναι αὐτό τό πράγμα;! Ἕνας τρίτος ἄσχετος περνάει καί νά πάει νά πεῖ συγγνώμη σ’ αὐτούς τούς δύο πού τσακώνονται; Ναί! Γιά νά σκάσει ὁ διάβολος, νά ταπεινωθεῖ τό πονηρό πνεῦμα. Ἀπό τήν δική σου τήν ταπείνωση, φεύγει ὁ διάβολος. Γιατί, κοιτάξτε, ὅλοι εἴμαστε «ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12,5), εἴμαστε κομμάτια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, εἴμαστε μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν, λοιπόν, ὁ ἀδελφός σου ταράχτηκε μέ σένα… ἐντάξει, κι ἐσύ δέν εἶσαι ἀθώα περιστερά ἐπιτέλους… κάτι ἔχεις κάνει κι ἐσύ… Κι ἄν νομίζεις ὅτι δέν ἔχεις κάνει τίποτα, πές του πάλι ἕνα συγγνώμη, δέν χάνεις τίποτα.
Ἐγώ σᾶς λέω ὅτι ὅλοι ἔχουμε σφάλλει ὁ ἕνας στόν ἄλλον. Γιατί ἔχουμε σφάλλει; Γιατί ὅλοι ὀφείλουμε νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τί θά πεῖ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; Ἀγάπη μέχρι θανάτου. Ποιός ἀγαπάει ἔτσι τόν ἄλλον; Νά θυσιάσει τήν ζωή του γιά τόν ἄλλον; Ἀγαπᾶμε ἔτσι ὁ ἕνας τόν ἄλλον; Ὄχι. Ἄρα ὀφείλουμε νά ζητᾶμε συγγνώμη συνέχεια ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Λές τώρα δέν τῆς ἔκανα τίποτα; Πῶς δέν ἔκανες…;
Ὁ π. Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης, ἅγιος, σέ λίγο θά ἀνακηρυχτεῖ ἐπίσημα ἅγιος, ξέρετε πόσες φορές ἔλεγε συγγνώμη, συγχωρέστε με, συγγνώμη; Ὅλο ἔτσι ἔλεγε. Μιλοῦσε καί ἔλεγε συγγνώμη, συγγνώμη, συνέχεια. Τό ἔλεγε ἔτσι ἀπό συνήθεια; Ὄχι, τό πίστευε. Ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος νιώθει ὅτι ἔχει σφάλλει σέ ὅλους. Τί λέμε στά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας; «Γέγονα μολυσμός γῆς καί ἀέρος». Εἶμαι μόλυσμα. Μόνο πού κυκλοφορῶ στή γῆ, μολύνω τή γῆ, μολύνω τόν ἀέρα. Καί μετά λέμε πώς δέν φταίω σέ τίποτα; Πῶς δέν φταῖς;
Ξέρετε οἱ λογισμοί πού κάνουμε πόσο ἐπηρεάζουν καί τούς ἄλλους; Ὄχι μόνο τόν ἑαυτό μας. Οἱ κακοί λογισμοί, ὄχι οἱ κακές λέξεις καί τά ψέματα πού λέμε συνέχεια καί οἱ βρισιές καί ὁτιδήποτε ἄλλο ἄνομο, ἀλλά καί οἱ κακοί λογισμοί. Πόσο μπορεῖ νά βλάψει τόν ἄλλον ἕνας φθονερός λογισμός, ἕνας λογισμός ζήλιας τί κακό μπορεῖ νά κάνει στόν ἄλλον… ἐκπέμπει τό πονηρό πνεῦμα, τήν πονηρή ἐνέργεια, τήν κακή ἐνέργεια. Τήν δαιμονική ἐνέργεια ἐκπέμπεις ἐκείνη τήν ὥρα. Καί μετά λές ἐγώ δέν ἔκανα τίποτα. Πῶς δέν ἔκανες, ὅταν φτιάχνεις κακούς λογισμούς γιά τόν ἄλλον; Ἀντιπαθεῖς, μισεῖς, ζηλεύεις, κρατᾶς κακία, δέν συγχωρεῖς κ.λ.π.
Δέν ἔχω, λέει, τίποτα μέ τόν ἄλλον. Κακῶς πού δέν ἔχεις τίποτα. Ὀφείλεις νά ἔχεις. Τί; Ἀγάπη! Δέν ἔχω τίποτα… ἐννοεῖ ἐκδίκηση. Καί τό θεωρεῖ κατόρθωμα. Δέν εἶναι κατόρθωμα νά μήν ἔχεις ἐκδίκηση. Κατόρθωμα εἶναι ν’ ἀγαπᾶς αὐτόν πού σοῦ ἔκανε κακό. Αὐτό λέει ὁ Χριστός «ν΄ ἀγαπᾶς τόν ἐχθρό σου». Δέν λέει νά μήν ἔχεις τίποτα. Ὀφείλεις νά ἔχεις ἀγάπη γιά τόν ἐχθρό σου. Βλέπετε πῶς σφάλλουμε; Εἴμαστε ὅλοι ὑπεύθυνοι γιά τούς ἄλλους καί ὀφείλουμε πάντοτε νά ζητᾶμε συγγνώμη. Ὅταν λοιπόν βλέπεις τόν ἄλλον ἔξαλλο ἀπέναντί σου, δέν λές ἐγώ δέν ἔκανα τίποτα, ἄστον νά φωνάζει. Πές του συγγνώμη. Κι ἄς σοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι δέν τοῦ ἔκανες κάτι ἄμεσα. Κάτι ἔχεις κάνει… Σίγουρα ἄν ψάξεις. Ἤδη εἴπαμε τόσα..
Ὅταν ζοῦμε σωστά ἐκκλησιολογικά, ζοῦμε μέ ὅλους καί αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας, νά μποῦμε σ’ αὐτόν τόν τρόπο σκέψης. Ὄχι ἐγώ καί ὁ ἑαυτός μου.. ἄντε καί ἡ γυναίκα μου καί τά παιδιά μου.. ἐγώ καί ἡ οἰκογένειά μου καί οἱ συγγενεῖς μου… Ἐγώ καί ὅλος ὁ κόσμος, ὅλο τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ὁ χριστιανός γίνεται οἰκουμενικός ἄνθρωπος, παγκόσμιος ἄνθρωπος, πονάει γιά τόν καθένα καί γιά τόν ἄπιστο καί γιά αὐτούς πού εἶναι μέσα στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας καί γιά τόν ἄθεο καί γιά τόν μασόνο καί γιά τόν Ἑβραῖο καί γιά τήν κτίση ὅλη πονάει καί γιά τά ζωύφια… γιά τά πάντα πονάει. Γίνεται εὐαίσθητος ἄνθρωπος, δέν θέλει νά βλαφτεῖ κανένας καί εἶναι ἕτοιμος νά ζητήσει συγγνώμη ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...